Ἡ συμπεριφορά τοῦ μοναχοῦ ἀπέναντι στόν κόσμο
Οἱ βαθμίδες τῆς μοναχικῆς πολιτείας
Ἱερομονάχου Γέροντα Ἀρσενίου Μπόκα (+1910-1989)
Μέρος Θ'
Ὅλα τά ἐπαγγέλματα ἔχουν διακοπές ἤ ἄδειες ἀναπαύσεως καί μόνο ὁ μοναχισμός δέν ἔχει. Κάτι τέτοιο θά ἐσήμαινε πτῶσι τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Ὅμως σέ μεγάλη ἀνάγκη γιά τά γενικά προβλήματα μιᾶς Μονῆς πηγαίνουν καί οἱ μοναχοί στόν κόσμο. Τά καλογερικά ἐνδύματα κάνουν τόν μοναχό ὁρατό καί γνωστό στόν κόσμο ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἄλλοι τόν ἀγαποῦν καί ἄλλοι τόν ὀνειδίζουν καί τόν περιφρονοῦν.
Ὁ μοναχός πρέπει νά φυλάττη τήν ψυχή του ἀπ᾿ αὐτόν πού τόν ἀγαπᾶ, γιά νά μή τραυματισθῆ ἀπό τήν κενοδοξία, ὅπως ἐπίσης πρέπει νά φυλάγεται καί ἀπ᾿ αὐτούς πού τόν περιφρονοῦν, διότι, εἶναι δυνατόν, ἀπό τήν ἀπροσεξία του, νά βλασφημηθῆ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό οἱ μοναχοί δέν βαδίζουν ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους μέ τά μάτια τους ριγμένα πρός αὐτούς, ζητῶντας νά γνωρισθοῦν ἤ νά συνομιλήσουν μαζί τους, ἀλλά βλέπουν μόνο τόν δρόμο πού βαδίζουν ἔχοντας στόν νοῦ τους τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ.
Ὅλοι οἱ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι γιά κάποια ἀνυπέρβλητη ἀνάγκη ἐπῆγαν στόν κόσμο, αἰσθάνθηκαν τήν ἀνάγκη προστασίας τοῦ Θεοῦ. Οἱ προσευχές τῶν ἀδελφῶν πού μένουν στό μοναστήρι τούς συνοδεύουν σάν ἕνα χέρι προστασίας. Ἕνα ταξίδι κάποιου μοναχοῦ στόν κόσμο γίνεται καί μία ἀπόδειξις τῆς σταθερότητος πού ἔχει αὐτός ὁ μοναχός στήν ὁδό τῆς πνευματικῆς του ζωῆς.
Ἔτσι λοιπόν, δέν ἀποστέλλονται ἀπό τό μοναστήρι ἔξω, παρά μόνο ἐκείνοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι σταθεροί στήν μοναχική τους πορεία. Σέ τί συνίσταται ὁ κίνδυνος; Ἡ ἀνθρώπινη φύσις ὁμοιάζει μέ τετριμμένους δερμάτινους χιτῶνες, ἐνῶ τά πάθη μέ φωτιά. Ἐάν πλησιάση στήν φωτιά ἀποξηραμένο δέρμα, δηλαδή τά ναρκωμένα πάθη, πού κατοικοῦν στό σῶμα διά τῆς ἀκολασίας ἐξεγείρονται μόνο μέ μιά ἁπλῆ ματιά.
Οἱ μοναχοί ζοῦν ἕνα ἄλλο εἶδος πυρός τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό σβήνει, ὅταν ἐξαπλωθοῦν τά πύρινα βέλη τῶν αἰσθήσεων.
Ἄλλη φροντίδα πού πρέπει νά ἔχη ὁ μοναχός εἶναι τό εἶδος τῶν συνομιλιῶν πού θά κάνη, τί θά ἀκούση ἤ σέ τί θά παρεμποδίση τήν ἀκοή του. Τήν πολιτεία τοῦ μοναχοῦ διεγείρει σέ κάθε τόπο, ὅπου πηγαίνει καί ἡ φλυαρία τῶν λαϊκῶν. Αὐτοί ζητοῦν κἄπως, εἴτε νά δυσφημήσουν τό εἶδος αὐτῆς τῆς ζωῆς, εἴτε νά τό ἐγκωμιάσουν πρός τούς ἄλλους.
Ὁ μοναχός νά φυλάγεται, συμβουλευόμενος πάντοτε τήν συνείδησί του, ἀπό τήν φαινομενική ἠθική ζωή τῶν λαϊκῶν, ἡ ὁποία ἄλλοτε εἶναι ἔτσι καί ἄλλοτε ἀλλιῶς.
Ὅσον ἀφορᾷ τήν σωτηρία του, ἔχει ἀνάγκη ἀπό πολλή μετάνοια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καθένας ἐκλέγει τήν ζωή πού τοῦ ἀρέσει ἤ πού αἰσθάνεται καλλίτερα. Οἱ λαϊκοί γνωρίζουν ὅλες τίς ἀποτυχίες καί πτώσεις τῶν μοναχῶν, ἀλλά ποτέ δέν γνωρίζουν κάποιον ἀπό τούς ἁγίους, ὁ ὁποῖος νά ἐνίκησε αὐτές τίς ἀποτυχίες.
Οἱ λαϊκοί βλέπουν τούς μοναχούς μέσα ἀπό τά πάθη τους, ἀπό τά ὁποῖα πολεμοῦνται καί δέν θέλουν νά πιστεύσουν ὅτι εἶναι δυνατόν οἱ μοναχοί νά κάμουν μία ἐνάρετη ζωή. Ἡ ἀρετή εἶναι ἀκατανόητη, ἐνίοτε ὀνομάζεται ἀπ᾿ αὐτός καί ὑποκρισία. Ἔτσι, ἀδελφέ μοναχέ, σκέπασε τούς ἀνθρώπους ἐν ἀγάπῃ μέ τήν πολλή σου προσευχή καί θά ἰδῆς νά ἀνάπτη στίς καρδιές αὐτῶν τῶν ἐκκοσμικευμένων Χριστιανῶν, μέ τούς ὁποίους συνωμιλοῦσες, μία θεία φλόγα, τήν ὁποία δέν ἠμπορῶ νά περιγράψω, ἀλλά μόνο μέ πάθος τήν ὑποστηρίζω.
Ἡ ἐσωτερική καί ἐξωτερική μορφή τοῦ μοναχοῦ
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε γιά τόν ἑαυτό του τήν ἐσωτερική μορφή τοῦ ἀνθρώπου: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός· ὅ δέ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ» (Γαλ.2,20).
Λοιπόν, ὁ Χριστός εἶναι ἡ νέα κτίσις τοῦ μοναχοῦ ἤ ὁ μοναχός ἐν Χριστῷ εἶναι ἡ νέα κτίσις (Β΄Κορ.5,17). Αὐτός εἶναι, μέσα καί ἔξω, πρᾶος καί ταπεινός, σταθερός καί εἰρηνικός. Οἱ ἐξωτερικές ταραχές δέν τόν σκανδαλίζουν, ἐξ αἰτίας τῶν ψυχικῶν του ἰδιαιτεροτήτων, ἀλλά ἀπεναντίας τοῦ φέρουν εἰρήνη. Ἡ ἐσωτερική καί ἐξωτερική κατάστασι τοῦ μοναχοῦ εὑρίσκονται σέ πλήρη ἁρμονία καί σέ μία διαφάνεια μεταξύ τους.
Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος ἔχει κρυμμένο τό μαργαριτάρι, τόν θησαυρό, τό τάλαντο καί τό βῆμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μέσα μας λοιπόν ἔχουμε τήν δυνατότητα τῆς ἁγιότητος. Ἡ δυνατότητα ὅμως δέν εἶναι ἡ πραγματική. Ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἐσωτερική κατάστασι τοῦ καθενός. Ἡ δυνατότητα τῆς ἁγιότητος δέν μετατρέπεται σέ ἁγιότητα.
Στήν πνευματική ζωή ἡ σταθερή πίστις μπορεῖ νά βοηθήση, ὥστε ἡ δυνατότητα τῆς ἁγιότητος νά μετρατραπῆ σέ πραγματικότητα τῆς ἁγιότητος. Αὐτή εἶναι ἡ ἄσκησις τοῦ μοναχοῦ. Χωρίς τήν ἀδιάκοπη ἄσκησι, πού ὑποστηρίζεται καί ἀπό τήν πεποίθησι, ὁποιαδήποτε ἀληθινή δυνατότητα θά παραμείνη μόνο δυνατότητα ἤ ἀκόμη εἶναι δυνατόν νά μεταβληθῆ σέ ἀδυναμία.
Γιά παράδειγμα, μερικοί ἔρχονται στόν μοναχισμό μέ μιά καλή γνώμη γιά τόν ἑαυτό τους, γνώμη τήν ὁποία κρατοῦν μυστική μέσα τους καί τήν διατηροῦν ἀφοῦ εἰσέλθουν στό μοναστήρι. Αὐτή ἡ γνώμη ἤ φιλαυτία, ὅπως λέγεται, εἶναι μία λεπτή μορφή ὑπερηφανείας.
Στό μοναστήρι ὀνειρεύεται ἁγιασμούς, λιτανεῖες καί μία εὐτυχισμένη ζωή, ἐνῶ ὅταν ἐπιδοθοῦν στήν σκληρότητα τῆς μάχης κατά τῶν παθῶν, στήν ὀδυνηρή ἐκκοπή τοῦ θελήματος γιά τήν ἀπόκτησι ὅλων τῶν καλῶν ἔργων, τό ὄνειρο γκρεμίζεται καί ἀρχίζει ἡ ἀπογοήτευσις καί τά παράπονα, πού εἶναι «καμουφλαρισμένη» ὑπερηφάνεια. Αὐτός ἐξ αἰτίας τοῦ κλεισίματος τῆς ψυχῆς του πρός κάθε πνευματική συμβουλή, χάνεται μέσα στήν ἀπάτη τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπό τήν ὁποία βλαστάνει ἡ ἀπογοήτευσις.
Ὁ κόκκος τοῦ σίτου μετατρέπεται σέ δαυλό καί ἀναπτύσσεται τό σιτάρι τῆς ἀδικίας. Αὐτή εἶναι ἡ φιλαυτία, τήν ὁποία συντηρεῖ ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ ἀπόδειξις δασμοῦ τοῦ διαβόλου. Ἡ ψυχή ἐξασθενεῖ, λόγῳ τῆς ὑπερηφανείας καί εὑρίσκεται πάντοτε ἀνήσυχη.
Ἐπιζητεῖ προστασία ἀπό τόν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο. Ἑτοιμάζεται νά ὑπερασπίση τήν δικαιοσύνη καί νά καταδικάση τήν λύπη, νά ἐξηγήση καλλίτερα στούς ἄλλους τήν αἰτία τῆς πτώσεώς της καί ποτέ δέν αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά ὑπακούση καί ν᾿ ἀκολουθήση τήν ἀνώτερη ὁδό, τήν ὁποία δέν ἠμπορεῖ νά καταλάβη. Ἔτσι, ἐξηγοῦνται οἱ ἀπομακρύνσεις, οἱ ἀδυναμίες καί ἀκόμη τά σκοτάδια τῆς ψυχῆς τοῦ μοναχοῦ.
Ἡ ψυχή παραδομένη στήν πνευματική δουλεία ἔχει θυσιάσει κάθε ἀγωνιστικό φρόνημά της. Αὐτή εἶναι ἡ λογική τῆς φρίκης: Ἀργυραμοιβοί πού μέ ψεύτικα χρήματά τους κλέβουν τά καλά μας τάλαντα.
Τώρα ὁ τεμπέλης γιά τήν σωτηρία του μοναχός ἀρχίζει νά ξεχνᾶ τήν σημασία αὐτῶν πού ἔχει νά κάνη. Εὐχαριστεῖται μόνο μέ τήν εἴσοδό του στόν μοναχισμό, νομίζοντας ὅτι μόνο μ᾿ αὐτή θά φθάση στόν σκοπό του.
Κατευνάζεται ὁ ζῆλος του γιά πόλεμο κατά τῶν ἀδυναμιῶν τῆς φύσεως τῶν παθῶν.
Ἡ πανοπλία του σάν ἀγωνιστοῦ τοῦ πνεύματος χάνει τήν ἀξία της ἀπό τήν ἀρχή. Δέν φορεῖ τά σανδάλιά του γιά νά τρέξη στήν ὁδό τῆς προετοιμασίας τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἀλλά βαδίζει μόνο τήν ἐπίγεια ὁδό. Δέν παρακολούθησε ὁ μοναχός τήν χαυνότητα τοῦ νοῦ του, ὅταν ἐξῆλθε ἀπό τήν νοερά μάχη καί παρέμεινε μιά ἁπλῆ κρεμάστρα γιά τά καλογερικά του ροῦχα.
Μέ ἄλλα λόγια, δέν βλέπει ὅτι ἔφθασε σέ μιά δυστυχία, ὄντας πεσμένος ἀνάμεσα σέ ληστές καί ἕνας ἀπατεῶνας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐάν ὁ μοναχός ἀρέσκεται σέ μία παρόμοια καλογερική ζωή καί δέν τόν στενοχωρεῖ τό σβήσιμο τῶν φώτων τῆς ψυχῆς του-λύπη εἶναι ἡ μορφή μιᾶς ψυχῆς μέ τό πνευματικό της φῶς σβησμένο-σημαίνει ὅτι ἡ ψυχή του κατήντησε μηδαμινή καί ὁ ἴδιος ἔγινε ἕνας τιποτένιος ἄνθρωπος.
Ὅσον ἀφορᾷ τά καινούργια ἐνδιαφέροντά του, ἐπιζητεῖ σάν τροφή τῆς ψυχῆς του: τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἔγκρισι ὅλων τῶν θελημάτων καί προγραμμάτων του. Ἀπό τούς πνευματικούς του συμβούλους καί καθοδηγητές ἔχει ἀπομακρυνθῆ ψυχικά, κρίνοντάς τους καί εὑρίσκοντας σ᾿ αὐτούς ὅλων τῶν εἰδῶν τίς αἰτίες καί ἐνοχές.
Ἔτσι φωλιάζει στήν ψυχή του ἡ πονηρία καί κάνει τόν μοναχό διπρόσωπο, τάφο ἀσβεστωμένο ἐξωτερικά καί ἀποδιοργανωμένο ἐσωτερικά, ὑποκριτή.
Ἡ σύλληψις τῆς ψυχῆς του ἀπό τό πνεῦμα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, μέσῳ τῶν ἀπολαύσεων τῆς ζωῆς εἶναι τό ἴδιο μέ τήν προσαγωγή του πάλι στήν φυλακή τῶν παθῶν. Ὅταν ὁ μοναχός ἐπιζητεῖ στήν ζωή του τήν ὑποκρισία, σημαίνει ὅτι ἔφθασε στό σημεῖο ἐγκαταλείψεως τῆς μοναχικῆς του διαγωγῆς.
Ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν του ὅλοι εἶναι ὑποκριτές, εἶναι ἕνα ἀθῶο θῦμα τῶν ἀδίκων, πού ἐνῶ τιμωρεῖται ἀπ᾿ αὐτούς, συμβιώνει μέ αὐτούς.
Ἀπό ἐδῶ φαίνεται ἀρκετά καθαρά ὅτι μόνη της ἡ ὑπερηφάνεια, ἀκόμη καί ὑπ᾿ αὐτές τίς λεπτότερες μορφές της, ὅπως εἶναι ἡ γνώμη τοῦ ἑαυτοῦ μας, εἶναι μία κατάστασις, πού σκορπίζει ἀπό τήν ψυχή ὅλη τήν πνευματική της ὑπόστασι.
Δέν εἶναι ὑπερηφάνεια ἡ ἀντιπάθεια πρός τήν νηστεία; Γι᾿ αὐτό, ὅταν πιστεύης σωστά, νά γνωρίζης ὅτι εἶσαι ἀπό τούς ἄλλους τρελλός καί νά περιμένης ὀνειδισμούς καί περιφρονήσεις γιά νά καθαρισθῆς ἀπό τά πάθη σου. Αὐτό τό σκότος τοῦ διωγμοῦ ὅμως, μᾶς φέρει στόν νοῦ τίς κατηγορίες, πού ἔριξε ὁ Ἰησοῦς στά κεφάλια τῶν Φαρισαίων, πού ὑπεκρίνοντο τούς ἐναρέτους.
Σήμερα, στά πρόσωπα αὐτῶν τῶν πεισματάρηδων Φαρισαίων, ὑπάρχουν μερικοί μοναχοί πού ἐγκαταλείπουν τήν μάχη τῆς μοναχικῆς τους κλήσεως. Οἱ λαϊκοί δέν ἔχουν νά διδαχθοῦν τίποτε ἀπ᾿ αὐτούς τούς λιποτάκτες καί ἀπατεῶνες. Ἡ Ἐκκλησία, μέσῳ τῶν λειτουργῶν της, δέν κάνει ματαίως αὐτό τό ἔργο, ἀλλά γιά ἐκεῖνο τό ἔργο πού δέν ἠμπορεῖ νά παρακαλέση, διότι δέν θά εἰσακουσθῆ ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς ἀπωλείας, ἠμπορεῖ νά τόν παιδεύση πατρικά γιά τήν ἀνάνηψί του.
Ὁ μισθός τῆς ἀνυπακοῆς πρός τήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς σωτηρίας. Οἱ σκληροτράχηλοι ὁδηγοῦνται, λοιπόν, στόν ἄμεσο κίνδυνο γιά νά μή συνέλθουν ποτέ. Αὐτό συμβαίνει, ὅταν δυναμώνει ο φαρισαῖος καί ἀδυνατίζει ὁ τελώνης!
Μετάφρασις ἐπιμέλεια
ὑπό ἀδελφῶν Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
2003
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Γιά νά διαβάσετε τα ὑπόλοιπα μέρη πατήστε Γέροντας Ἀρσένιος Μπόκα - βαθμίδες μοναχικῆς πολιτείας
http://anavaseis.blogspot.gr/2012/12/blog-post_4061.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου