Ἡ ὑπερύψωσις τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ἡ ταυτόχρονος καταφρόνησις τοῦ Ὄρθρουτοῦ Παναγιώτου Δ. Παπαδημητρίου
Λίγο παλαιότερα, στὰ χρόνια ὅπου περίσσευε ἡ εὐσέβεια, ἔλεγεν ὁ ἅγιος ἱερεύς π.χ. «ἡ λειτουργία ἀρχίζει στὶς 7». Καὶ γέμιζε ἡ Ἐκκλησία «ὄρθρου βαθέος», καὶ ὅταν ὁ ἱερεὺς ἔβγαινε μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸν Ὄρθρο, πλῆθος κόσμου τὸ ἀσπαζόταν (ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀργὸν ψάλσιμο τοῦ Ν’ Ψαλμοῦ). Τότε ἦταν ποὺ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς σήκωναν ἀπὸ τὸν γλυκὸ ὕπνο τὰ μικρά παιδιά τους λέγοντάς τους «πᾶμε νὰ προλάβουμε τὸ Εὐαγγέλιον!» (καὶ τῷ ὄντι προλάβαιναν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Ὄρθρου). Δὲν γνωρίζουμε πόσοι ἐνορῖτες τὴν σήμερον γνωρίζουν ὅτι ὑπάρχει ἀνάγνωσις Εὐαγγελίου στὸν Ὄρθρο· αὐτὲς οἱ πληροφορίες πλέον, ὡς καὶ ἡ ἔναρξις τῆς λειτουργίας (ἤτοι ἡ ἔναρξις τοῦ Ὄρθρου) δὲν περιλαμβάνονται στὰ Κυριακάτικα κηρύγματα.
Ἦρθαν τώρα οἱ διαβασμένοι ὀρθολογιστές, καὶ λένε, ἄλλο Ὄρθρος καὶ ἄλλο Θεία Λειτουργία, καὶ ξεχώρισαν τὴν «λειτουργία», σὲ «Ὄρθρο στὶς 7:30 καὶ Θεία Λειτουργία στὶς 9:00», λὲς καὶ ὁ Ὄρθρος ἔχει τὴν ἴδια διάρκεια ὅλες τὶς ἡμέρες...
Αὐτὸς ὁ διαχωρισμὸς ταπεινῶς φρονοῦμε ὅτι ὠθεῖ σταδιακὰ σὲ «προτεσταντίζουσα πνευματική» ζωή, διότι ἐντέχνως ὑπερυψοῦται ἡ Θεία Λειτουργία καὶ ταυτόχρονα καταφρονεῖται ὁ Ὄρθρος (ἀναθεματιστέον ἀπὸ τοὺς ἱ. Κανόνες) καὶ ὅτι αὐτὸς συνεπάγεται ὅπως ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων, ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς Ἁγίους, ἡ ἐν Χριστῷ Ὀρθόδοξος μόρφωσις τοῦ πληρώματος τῆς ἐκκλησίας διὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ὑμνογραφίας, ἡ μόρφωσις εὐσεβείας καὶ εὐλαβείας στοὺς πιστούς, καὶ φοβᾶμαι ὅτι θὰ καταντήσουμε ὡς τινες ἀρχιεπισκοπὲς τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Δεῖγμα τῆς καταφρονήσεως αὐτῆς εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ χρονικὴ διάρκεια τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπου ὁ Ὄρθρος παρότι ἔχει πολλὰ περισσότερα λόγια ἀπὸ τὴν Θ. Λειτουργία, διαρκεῖ πολλὲς φορὲς ἂν ὄχι τὶς περισσότερες, ὀλιγότερον αὐτῆς.
Εὐρισκόμενος σὲ ἱ. Ναὸ ὅπου θὰ λειτουργοῦσε εὐλαβέστατος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης (μιὰ ἁπλὴ Κυριακή), ἄρχισε ὁ Ὄρθρος κατὰ τὶς 6:30 (γιὰ νὰ προλάβουν οἱ εὐλαβεῖς Ψάλται νὰ ποῦν – μὲ τὴν ψυχὴ στὸ στόμα[1]- τὰ λόγια τοῦ Ὄρθρου πρὸ τῶν Καταβασιῶν, καθότι ὁ Μητροπολίτης
θὰ ἐρχόταν στίς 7:30 ὅπερ καὶ ἐγένετο). Στίς 8 τελείωσε ὁ Ὄρθρος καὶ ἄρχισε ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποῖα τελείωσε μὲ τὸ «Δι’ εὐχῶν» πέντε λεπτὰ πρὶν τὶς ἔντεκα. Ἐν περιλήψει, διάρκεια Ὄρθρου 1:30΄ (παρουσίᾳ Ἀρχιερέως 0:30’), διάρκεια Θείας Λειτουργίας 2:55’. Σύνολο 4:25’.
Σὰν παρένθεση, νὰ ἀναφέρουμε ὅτι 4:40’ (μόνο 15’ παραπάνω· 06:00’-10:40’) διαρκεῖ, κατὰ προσωπικὴ ἐμπειρία, σὲ μοναστήρι Ἁγιορείτικης παραδόσεως ἡ λειτουργία τὶς Κυριακές (περιλαμβανομένων τῶν πάντων: μεσονυκτικοῦ μετὰ ψαλμωδήσεως τῶν λίαν κατανυκτικῶν πρὸς τὴν Ἁγίαν Τριάδα κανόνων αὐτοῦ, ἀναγνώσεως ἀκολουθίας θ. Μεταλήψεως, ψαλτηρίου, κανόνων μετὰ στιχολογίας, στιχολογίας αἴνων, α’ ὥρας, μακαρισμῶν καὶ τρισαγίου «τοῦ καλογήρου», σὺν τοῖς ἄλλοις).
Εἶπα σὲ εὐλαβέστατο ἅγιο Καθηγούμενο ὅτι διήρκεσε ἡ Θεία Λειτουργία στὴν ἐνορία περὶ τὶς 3 ὥρες, καὶ μοῦ εἶπε γεμάτος ἀπορία: «μὰ καλά, τὶ λέγανε;». Τὸ θέμα δὲν εἶναι τὶ λέγανε, ἀλλὰ πῶς τὸ λέγανε, ἀπάντησα. Πᾶσα χρονικὴ ἀγωγὴ ἄριστη (κατὰ τὸ «πᾶν μέτρον ἄριστον»).
Ὄχι, δὲν εἰσηγούμαστε νὰ διαρκοῦν οἱ Κυριακάτικες λειτουργίες (δηλ. Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία) στὶς ἐνορίες 4:30’ (ὡς ἡ ἀνωτέρω παρουσίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου).
Εἰσηγούμαστε νὰ διαρκοῦν οἱ Κυριακάτικες λειτουργίες, ὅπως καὶ διαρκοῦν στὶς περισσότερες Ἱερὲς Μητροπόλεις, δηλαδὴ ὄχι λιγότερο ἀπὸ περίπου τρεῖς ὥρες καὶ ἕνα τέταρτο[2] (χωρὶς ὅμως αὐστηρὰ ὅρια). Μιάμιση περίπου ὥρα εἶναι αρκετὴ γιὰ τὴν Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία (καὶ μὲ κανονικὴ χρονικὴ ἀγωγή, καὶ μετὰ κηρύγματος καὶ μετὰ μέλους αἰτήσεων καὶ λειτουργικῶν, καὶ μετά κατανυκτικωτάτου ἀργοσυντόμου «Δύναμις»), καὶ ἂν γιὰ οἰονδήποτε λόγον συμβεῖ περιστασιακὰ νὰ μὴν «φθάσει» ὁ χρόνος, νὰ λέγονται (εἰ βούλλεσθε) οἱ αἰτήσεις χῦμα ὡς ἡ ἀρχαῖα Παράδοσις διακελεύει, καὶ τὸ ὁποῖον εἶναι κατανυκτικώτερον.
Εἰσηγούμαστε ἔτι νὰ μὴν περικοποῦν περισσότερο σὲ χρονικὴ διάρκεια οἱ Κυριακάτικες ἀκολουθίες, ὡς φαίνεται ὅτι ἔχουν μερικοὶ κατὰ νοῦν «διὰ νὰ αἰσθάνεται πιὸ ἄνετα ἡ νεολαία»[3].
Οἱ Κυριακὲς εἶναι ἡμέρες ἀφιερωμένες στὸν Κύριο, καὶ ὄχι στὸ καφενεῖο καὶ στὸ «κουτσομπολιὸ» στὰ νεοσυσταθέντα «ἀρχονταρίκια» τῶν ...ἐνοριῶν.
Ναί, ἡ ἐκκλησία κοντὰ στοὺς νέους, ἀλλὰ καὶ οἱ νέοι νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία[4] ! καὶ νὰ ἀγωνιστοῦν νὰ κόψουν σιγά-σιγὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προσωπικό τους πνευματικὸ ἀγῶνα τὰ σαββατιάτικα ψυχοφθόρα μεσανυχτο-περπατήματα μέχρι Κυριακάτικου ὄρθρου. Καὶ ἐμεῖς νέοι εἴμαστε καὶ γνωρίζουμε ἀπὸ πρῶτο χέρι, γιατὶ περάσαμε ἀπὸ αὐτὰ τὰ στάδια.
Τώρα ἡ ἐκκλησία «εἶναι κοντὰ στοὺς νέους» καὶ τοὺς «δέχθηκε ὅπως εἶναι». Καὶ τῷ ὄντι παράξενον, ὅταν «δὲν ἦταν» κοντὰ στοὺς νέους ἡ Ἐκκλησία, τότε δὲν χωράγανε ὅλα τὰ παιδιὰ στὸ ἱερό, καὶ τώρα ποὺ ἡ ἐκκλησία «εἶναι κοντὰ» στοὺς νέους καὶ τοὺς δέχθηκε ὅπως εἶναι, οἱ γέροντες Ἐπίτροποι βγαίνουν μὲ τὶς λαμπάδες!
Οἱ νέοι χρειάζονται κατ’ ἀρχὴν γονεῖς εὐσεβεῖς νὰ τοὺς διδάξουν ἀπὸ τὸ σπίτι τὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴν εὐσέβεια, καὶ κατὰ δεύτερον χρειάζονται παράδειγμα Ἁγιότητος, ὡσὰν τὸν Ἅγιον Νικόλαο τὸν Πλανᾶ, καὶ ὄχι ἐκκοσμίκευση.
«Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι’ αὐτῆς. τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!» (Ματθ. ζ’ 13-14)
Νὰ ἐπανέλθω μὲ τὴν γενικὴ διαπίστωση, ὅτι ὑπάρχει μεγάλη καταφρόνησις τοῦ Ὄρθρου[5],[6], καὶ ταυτόχρονα ὑπάρχει ἐφάμαρτος ἔλλειψις κηρύγματος διὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς παρουσίας τῶν πιστῶν στὸν Ὄρθρο (ὅπως φυσικὰ καὶ στὸν Ἑσπερινό).
Μόνο κήρυγμα γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία ἀκούγεται.
Δὲν μποροῦμε νὰ μιλοῦμε μόνο γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, καὶ νὰ ἀποσιωποῦμε τὴν Ἱερὰ Ἐξομολόγηση. Ὅσες φορὲς μιλοῦμε γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε καὶ γιὰ τὴν Ἱερὰ Ἐξομολόγηση. Ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, γιὰ τὴν καθημερινὴ ἀνάγκη ἀναγνώσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς[7]. Ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μὲ τὶ Πίστη καὶ τὶ ὀρθόδοξη εὐσέβεια θὰ προσέλθουν οἱ πιστοὶ νὰ κοινωνήσουν;
Αὐτὰ ὅλα διδάσκονται καὶ βιώνονται κατανυκτικῶς στὸν Ὄρθρο (καὶ στὸν Ἑσπερινό), μὲ πλήρη Ὀρθόδοξη θεολογικὴ σαφήνεια.
«ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ
πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως,
ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου...
διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί»,
Α’ Κορ. ια' 27-30
Ὄχι, δὲν πηγαίνουμε «στὸ ἄλλο ἄκρον» (ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ καταφρονοῦν καὶ μειώνουν χρόνο μὲ τὸν χρόνο τὸν Ὄρθρο), καταφρονῶντας τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ ἀκολουθοῦμε τὴν βασιλικὴ ὁδό· τιμοῦμε τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ τιμοῦμε ταυτόχρονα καὶ τὸν Ὄρθρο, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ προαναφέραμε, μεταξὺ ἄλλων.
Τιμοῦμε τὴν Θεία Λειτουργία εἰς τὴν ὁποῖαν τελεῖται τὸ Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Εἰς τὴν ὁποῖαν οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ μετὰ ἀπὸ εἰλικρινὴ ἐκ βαθέων ἐξομολόγηση σὲ ἐξομολόγο ἱερέα, τὴν εὐχήν του, καὶ ἀνάλογον προετοιμασία, προσέρχονται (εἰ δυνατὸν μετὰ ὀλίγων δακρύων εὐσεβείας στὰ μάτια) νὰ κοινωνήσουν αὐτοῦ τοῦ τιμίου Σώματος καὶ αὐτοῦ τοῦ τιμίου Αἵματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ ἐνωθοῦν μυστικῶς μετ’ Αὐτοῦ καὶ νὰ ἔχουν ζωὴν αἰώνιον.
Τιμοῦμε ταυτόχρονα καὶ τὸν Ὄρθρο ὁ ὁποῖος εἶναι σημαντικότατη ἀκολουθία μὲ λόγια διαφορετικὰ κατὰ τὸ πλεῖστον κάθε φορά (δογματικά καὶ ἁγιολογικὰ διὰ τὴν ὀρθόδοξιν κατάρτισιν τοῦ πιστοῦ), τὰ ὁποῖα περικλείουν ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ Ἁγιολογία. Ὁ Ὄρθρος (μαζὶ καὶ μὲ τὸν Ἑσπερινό) διδάσκει τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν πιστὸ καὶ τοῦ μορφώνει εὐλάβεια καὶ εὐσέβεια, ὡς εἴχαν οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες μας, γιὰ νὰ προσέλθει μετὰ φόβου Θεοῦ, Πίστεως, καὶ Ἀγάπης στὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καὶ νὰ μὴν λέει (βλασφημεῖ) τὴν Θ. Κοινωνία ...«κρασάκι».
Ἐν κατακλείδι, νὰ παρακαλέσω τοὺς ἁγίους ἱερεῖς νὰ μὴ λησμονοῦν νὰ ὑπενθυμίζουν στοὺς πιστοὺς πότε ἀρχίζει ἡ λειτουργία (τοὐτέστιν πότε ἀρχίζει ὁ Ὄρθρος).
Μεγάλη θλίψη ἐπίσης ἐλάβαμε ὅταν εἴδαμε ὅτι στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, π.χ. Δίπτυχα 2007, σ. 378, ἔχουν βάλει ὥρα ἐνάρξεως τῆς Θείας Λειτουργίας, τὸ ὁποῖον παρακαλοῦμε πάρα πολὺ ὅπως ἐκλείψει.
«Πολὺ κακὸ αὐτό», μᾶς εἶπε ἅγιος πνευματικός.
Ὁ Ὄρθρος δὲν τελειώνει ὅταν ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία· ἡ Θεία Λειτουργία ἀρχίζει ὅταν τελειώσει ὁ Ὄρθρος, γι’ αὐτὸ ὥρα ἐνάρξεως ὑπάρχει μόνον γιὰ τὸν Ὄρθρο, ὄχι γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία.
Ἐκ πεῖρας γνωρίζουμε (ἐκ τῶν ἐνοριῶν τοῦ ἐξωτερικοῦ), ὅτι ἡ καινοφανῆς θέσπισις ὥρας ἐνάρξεως τῆς Θείας Λειτουργίας, ὀδηγεῖ σταδιακῶς στὴν καταφρόνηση τοῦ Ὄρθρου καὶ ὅτι αὐτὸ συνεπάγεται («προτεσταντίζουσα πνευματική» ζωή, κτλ.) ὡς προανεφέρθη. Γιὰ αὐτὸν ἄλλωστε τὸν λόγο ἔχει βάλει καὶ τὸ ἰσχῦον Τυπικὸν «τοῦ Βιολάκη» τὴν λήξη τοῦ Ὄρθρου μυστικῶς, ὥστε νὰ μὴν εἶναι «φανερὴ» στὴν ἐνορία ἡ λήξη τοῦ Ὄρθρου, ἀλλὰ Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία νὰ φαίνονται ὡς «λειτουργία».
Ἔγραφον ἐν τῇ Καθαρᾷ Δευτέρᾳ (19/2/2007),
ὅτε πλέον ἠνοίχθῃ «τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν».
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Κατὰ ἔκφρασιν εὐλαβοῦς ἱεροψάλτου.
[2] Καὶ ἂν τύχει κάποιος εὐλαβῆς ἱερεὺς νὰ ἔχει ἐνορίτες μὲ φανατικὴ προσκόλληση στὸ Τυπικὸν ἢ εἶναι ὁ ἴδιος τοῦ «παλαιοῦ τυπικοῦ», νὰ δύναται εἰ βούλλεται –διὰ τὸ ἀσκανδάλιστον- νὰ ἀρχίσει νωρίτερα τὴν λειτουργία (γιὰ νὰ τελειώσει περίπου ὡς καὶ οἱ ἄλλες ἐνορίες).
[3] «Μὲ ἀφορμὴ τὸ κείμενο ἀπόσυρσης τῆς Καινοτομίας, καὶ γιὰ νὰ μὴν γίνουν τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων - Συντόμευσις ἀκολουθιῶν» (25/6/2005), http://www.analogion.net/Oikoumenismos/ ... ou0iwn.htm .
[4] Μὴν τὸ πάθουμε ὅμως ὅπως ἕνας ἱερεύς, ποὺ ἀκολουθώντας, ἐν ἀγνοίᾳ του πιστεύουμε, τὴν ὀρθολογιστικὴ ποιμαντικὴ, πήγαινε στὸ καφενεῖο παρέα μὲ τοὺς συγχωριανούς του νομίζοντας ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ τοὺς φέρει στὴν ἐκκλησία. Τὸ ἀποτέλεσμα; Πέραν τῆς προσωπικῆς ἐπίπτωσης ποὺ εἴχε ἡ διατριβή του εἰς τὰ καφενεῖα, παραπονιόταν συνέχεια: ἀφοὺ ἐγὼ ἔρχομαι σὲ ἐσᾶς, ἐσεῖς γιατὶ δὲν ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία;
[5] «...καθίσταται πολυτέλεια ἡ συζήτηση γιὰ τὸ πὼς θὰ διαβάζονται οἱ εὐχές στὴ Θεία Λειτουργία ἢ ἡ ἐνασχόληση μὲ ἄλλα ἀντίστοιχα λειτουργικὰ θέματα, ὅταν κινδυνεύῃ νὰ σβήσῃ σὲ πολλοὺς λειτουργοὺς ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀδιάλειπτης παρουσίας στὸ Ναό γιὰ τὴν τέλεση τῶν καθημερινῶν ἀκολουθιῶν. Ὁ Ναὸς δὲν εἶναι μόνο γιὰ τὴν κυριακάτικη Θ. Λειτουργία ἢ τὶς μεγάλες γιορτές. Εἶναι καὶ γιὰ τὴν καθημερινὴ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Ἑσπερινὸ τῆς Παρακλητικῆς καὶ τοῦ Μηναίου μὲ τοὺς Ἅγίους τῆς κάθε μέρας», πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη, «Κληρικοὶ τοῦ παλαιοῦ τυπικοῦ», Ἐκκλ. Παρέμβαση, Ἰούλ. 2006.
[6] «Ἡ ἀναγκαιότης τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεως τοῦ Τυπικοῦ στὴν ὀρθόδοξο λατρεία», Ἀποστόλου Εὐ. Παπαχρήστου, περιοδικὸ συμβολή, τ. 2, σελ. 7.
[7] Πρωτότυπο καὶ μετάφραση ταυτόχρονα στὴν ἀρχή (π.χ. «τοῦ Τρεμπέλα»), καὶ σὲ λίγους μῆνες δὲν θὰ χρειάζεται κἂν ἡ μετάφραση.
_________________
Μέγα μὲν τὸ ἀπερισπάστως προσεύχεσθαι· μεῖζον δὲ καὶ τὸ ψάλλειν ἀπερισπάστως
http://analogion.gr/f/74/334
Λίγο παλαιότερα, στὰ χρόνια ὅπου περίσσευε ἡ εὐσέβεια, ἔλεγεν ὁ ἅγιος ἱερεύς π.χ. «ἡ λειτουργία ἀρχίζει στὶς 7». Καὶ γέμιζε ἡ Ἐκκλησία «ὄρθρου βαθέος», καὶ ὅταν ὁ ἱερεὺς ἔβγαινε μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸν Ὄρθρο, πλῆθος κόσμου τὸ ἀσπαζόταν (ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀργὸν ψάλσιμο τοῦ Ν’ Ψαλμοῦ). Τότε ἦταν ποὺ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς σήκωναν ἀπὸ τὸν γλυκὸ ὕπνο τὰ μικρά παιδιά τους λέγοντάς τους «πᾶμε νὰ προλάβουμε τὸ Εὐαγγέλιον!» (καὶ τῷ ὄντι προλάβαιναν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Ὄρθρου). Δὲν γνωρίζουμε πόσοι ἐνορῖτες τὴν σήμερον γνωρίζουν ὅτι ὑπάρχει ἀνάγνωσις Εὐαγγελίου στὸν Ὄρθρο· αὐτὲς οἱ πληροφορίες πλέον, ὡς καὶ ἡ ἔναρξις τῆς λειτουργίας (ἤτοι ἡ ἔναρξις τοῦ Ὄρθρου) δὲν περιλαμβάνονται στὰ Κυριακάτικα κηρύγματα.
Ἦρθαν τώρα οἱ διαβασμένοι ὀρθολογιστές, καὶ λένε, ἄλλο Ὄρθρος καὶ ἄλλο Θεία Λειτουργία, καὶ ξεχώρισαν τὴν «λειτουργία», σὲ «Ὄρθρο στὶς 7:30 καὶ Θεία Λειτουργία στὶς 9:00», λὲς καὶ ὁ Ὄρθρος ἔχει τὴν ἴδια διάρκεια ὅλες τὶς ἡμέρες...
Αὐτὸς ὁ διαχωρισμὸς ταπεινῶς φρονοῦμε ὅτι ὠθεῖ σταδιακὰ σὲ «προτεσταντίζουσα πνευματική» ζωή, διότι ἐντέχνως ὑπερυψοῦται ἡ Θεία Λειτουργία καὶ ταυτόχρονα καταφρονεῖται ὁ Ὄρθρος (ἀναθεματιστέον ἀπὸ τοὺς ἱ. Κανόνες) καὶ ὅτι αὐτὸς συνεπάγεται ὅπως ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων, ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς Ἁγίους, ἡ ἐν Χριστῷ Ὀρθόδοξος μόρφωσις τοῦ πληρώματος τῆς ἐκκλησίας διὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ὑμνογραφίας, ἡ μόρφωσις εὐσεβείας καὶ εὐλαβείας στοὺς πιστούς, καὶ φοβᾶμαι ὅτι θὰ καταντήσουμε ὡς τινες ἀρχιεπισκοπὲς τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Δεῖγμα τῆς καταφρονήσεως αὐτῆς εἶναι καὶ ἡ σημερινὴ χρονικὴ διάρκεια τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπου ὁ Ὄρθρος παρότι ἔχει πολλὰ περισσότερα λόγια ἀπὸ τὴν Θ. Λειτουργία, διαρκεῖ πολλὲς φορὲς ἂν ὄχι τὶς περισσότερες, ὀλιγότερον αὐτῆς.
Εὐρισκόμενος σὲ ἱ. Ναὸ ὅπου θὰ λειτουργοῦσε εὐλαβέστατος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης (μιὰ ἁπλὴ Κυριακή), ἄρχισε ὁ Ὄρθρος κατὰ τὶς 6:30 (γιὰ νὰ προλάβουν οἱ εὐλαβεῖς Ψάλται νὰ ποῦν – μὲ τὴν ψυχὴ στὸ στόμα[1]- τὰ λόγια τοῦ Ὄρθρου πρὸ τῶν Καταβασιῶν, καθότι ὁ Μητροπολίτης
θὰ ἐρχόταν στίς 7:30 ὅπερ καὶ ἐγένετο). Στίς 8 τελείωσε ὁ Ὄρθρος καὶ ἄρχισε ἡ Θεία Λειτουργία, ἡ ὁποῖα τελείωσε μὲ τὸ «Δι’ εὐχῶν» πέντε λεπτὰ πρὶν τὶς ἔντεκα. Ἐν περιλήψει, διάρκεια Ὄρθρου 1:30΄ (παρουσίᾳ Ἀρχιερέως 0:30’), διάρκεια Θείας Λειτουργίας 2:55’. Σύνολο 4:25’.
Σὰν παρένθεση, νὰ ἀναφέρουμε ὅτι 4:40’ (μόνο 15’ παραπάνω· 06:00’-10:40’) διαρκεῖ, κατὰ προσωπικὴ ἐμπειρία, σὲ μοναστήρι Ἁγιορείτικης παραδόσεως ἡ λειτουργία τὶς Κυριακές (περιλαμβανομένων τῶν πάντων: μεσονυκτικοῦ μετὰ ψαλμωδήσεως τῶν λίαν κατανυκτικῶν πρὸς τὴν Ἁγίαν Τριάδα κανόνων αὐτοῦ, ἀναγνώσεως ἀκολουθίας θ. Μεταλήψεως, ψαλτηρίου, κανόνων μετὰ στιχολογίας, στιχολογίας αἴνων, α’ ὥρας, μακαρισμῶν καὶ τρισαγίου «τοῦ καλογήρου», σὺν τοῖς ἄλλοις).
Εἶπα σὲ εὐλαβέστατο ἅγιο Καθηγούμενο ὅτι διήρκεσε ἡ Θεία Λειτουργία στὴν ἐνορία περὶ τὶς 3 ὥρες, καὶ μοῦ εἶπε γεμάτος ἀπορία: «μὰ καλά, τὶ λέγανε;». Τὸ θέμα δὲν εἶναι τὶ λέγανε, ἀλλὰ πῶς τὸ λέγανε, ἀπάντησα. Πᾶσα χρονικὴ ἀγωγὴ ἄριστη (κατὰ τὸ «πᾶν μέτρον ἄριστον»).
Ὄχι, δὲν εἰσηγούμαστε νὰ διαρκοῦν οἱ Κυριακάτικες λειτουργίες (δηλ. Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία) στὶς ἐνορίες 4:30’ (ὡς ἡ ἀνωτέρω παρουσίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου).
Εἰσηγούμαστε νὰ διαρκοῦν οἱ Κυριακάτικες λειτουργίες, ὅπως καὶ διαρκοῦν στὶς περισσότερες Ἱερὲς Μητροπόλεις, δηλαδὴ ὄχι λιγότερο ἀπὸ περίπου τρεῖς ὥρες καὶ ἕνα τέταρτο[2] (χωρὶς ὅμως αὐστηρὰ ὅρια). Μιάμιση περίπου ὥρα εἶναι αρκετὴ γιὰ τὴν Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία (καὶ μὲ κανονικὴ χρονικὴ ἀγωγή, καὶ μετὰ κηρύγματος καὶ μετὰ μέλους αἰτήσεων καὶ λειτουργικῶν, καὶ μετά κατανυκτικωτάτου ἀργοσυντόμου «Δύναμις»), καὶ ἂν γιὰ οἰονδήποτε λόγον συμβεῖ περιστασιακὰ νὰ μὴν «φθάσει» ὁ χρόνος, νὰ λέγονται (εἰ βούλλεσθε) οἱ αἰτήσεις χῦμα ὡς ἡ ἀρχαῖα Παράδοσις διακελεύει, καὶ τὸ ὁποῖον εἶναι κατανυκτικώτερον.
Εἰσηγούμαστε ἔτι νὰ μὴν περικοποῦν περισσότερο σὲ χρονικὴ διάρκεια οἱ Κυριακάτικες ἀκολουθίες, ὡς φαίνεται ὅτι ἔχουν μερικοὶ κατὰ νοῦν «διὰ νὰ αἰσθάνεται πιὸ ἄνετα ἡ νεολαία»[3].
Οἱ Κυριακὲς εἶναι ἡμέρες ἀφιερωμένες στὸν Κύριο, καὶ ὄχι στὸ καφενεῖο καὶ στὸ «κουτσομπολιὸ» στὰ νεοσυσταθέντα «ἀρχονταρίκια» τῶν ...ἐνοριῶν.
Ναί, ἡ ἐκκλησία κοντὰ στοὺς νέους, ἀλλὰ καὶ οἱ νέοι νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία[4] ! καὶ νὰ ἀγωνιστοῦν νὰ κόψουν σιγά-σιγὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προσωπικό τους πνευματικὸ ἀγῶνα τὰ σαββατιάτικα ψυχοφθόρα μεσανυχτο-περπατήματα μέχρι Κυριακάτικου ὄρθρου. Καὶ ἐμεῖς νέοι εἴμαστε καὶ γνωρίζουμε ἀπὸ πρῶτο χέρι, γιατὶ περάσαμε ἀπὸ αὐτὰ τὰ στάδια.
Τώρα ἡ ἐκκλησία «εἶναι κοντὰ στοὺς νέους» καὶ τοὺς «δέχθηκε ὅπως εἶναι». Καὶ τῷ ὄντι παράξενον, ὅταν «δὲν ἦταν» κοντὰ στοὺς νέους ἡ Ἐκκλησία, τότε δὲν χωράγανε ὅλα τὰ παιδιὰ στὸ ἱερό, καὶ τώρα ποὺ ἡ ἐκκλησία «εἶναι κοντὰ» στοὺς νέους καὶ τοὺς δέχθηκε ὅπως εἶναι, οἱ γέροντες Ἐπίτροποι βγαίνουν μὲ τὶς λαμπάδες!
Οἱ νέοι χρειάζονται κατ’ ἀρχὴν γονεῖς εὐσεβεῖς νὰ τοὺς διδάξουν ἀπὸ τὸ σπίτι τὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴν εὐσέβεια, καὶ κατὰ δεύτερον χρειάζονται παράδειγμα Ἁγιότητος, ὡσὰν τὸν Ἅγιον Νικόλαο τὸν Πλανᾶ, καὶ ὄχι ἐκκοσμίκευση.
«Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι’ αὐτῆς. τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!» (Ματθ. ζ’ 13-14)
Νὰ ἐπανέλθω μὲ τὴν γενικὴ διαπίστωση, ὅτι ὑπάρχει μεγάλη καταφρόνησις τοῦ Ὄρθρου[5],[6], καὶ ταυτόχρονα ὑπάρχει ἐφάμαρτος ἔλλειψις κηρύγματος διὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς παρουσίας τῶν πιστῶν στὸν Ὄρθρο (ὅπως φυσικὰ καὶ στὸν Ἑσπερινό).
Μόνο κήρυγμα γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία καὶ γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία ἀκούγεται.
Δὲν μποροῦμε νὰ μιλοῦμε μόνο γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, καὶ νὰ ἀποσιωποῦμε τὴν Ἱερὰ Ἐξομολόγηση. Ὅσες φορὲς μιλοῦμε γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε καὶ γιὰ τὴν Ἱερὰ Ἐξομολόγηση. Ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, γιὰ τὴν καθημερινὴ ἀνάγκη ἀναγνώσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς[7]. Ἄλλες τόσες φορὲς πρέπει νὰ μιλήσουμε γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μὲ τὶ Πίστη καὶ τὶ ὀρθόδοξη εὐσέβεια θὰ προσέλθουν οἱ πιστοὶ νὰ κοινωνήσουν;
Αὐτὰ ὅλα διδάσκονται καὶ βιώνονται κατανυκτικῶς στὸν Ὄρθρο (καὶ στὸν Ἑσπερινό), μὲ πλήρη Ὀρθόδοξη θεολογικὴ σαφήνεια.
«ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ
πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως,
ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου...
διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί»,
Α’ Κορ. ια' 27-30
Ὄχι, δὲν πηγαίνουμε «στὸ ἄλλο ἄκρον» (ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ καταφρονοῦν καὶ μειώνουν χρόνο μὲ τὸν χρόνο τὸν Ὄρθρο), καταφρονῶντας τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ ἀκολουθοῦμε τὴν βασιλικὴ ὁδό· τιμοῦμε τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ τιμοῦμε ταυτόχρονα καὶ τὸν Ὄρθρο, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ προαναφέραμε, μεταξὺ ἄλλων.
Τιμοῦμε τὴν Θεία Λειτουργία εἰς τὴν ὁποῖαν τελεῖται τὸ Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Εἰς τὴν ὁποῖαν οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ μετὰ ἀπὸ εἰλικρινὴ ἐκ βαθέων ἐξομολόγηση σὲ ἐξομολόγο ἱερέα, τὴν εὐχήν του, καὶ ἀνάλογον προετοιμασία, προσέρχονται (εἰ δυνατὸν μετὰ ὀλίγων δακρύων εὐσεβείας στὰ μάτια) νὰ κοινωνήσουν αὐτοῦ τοῦ τιμίου Σώματος καὶ αὐτοῦ τοῦ τιμίου Αἵματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ ἐνωθοῦν μυστικῶς μετ’ Αὐτοῦ καὶ νὰ ἔχουν ζωὴν αἰώνιον.
Τιμοῦμε ταυτόχρονα καὶ τὸν Ὄρθρο ὁ ὁποῖος εἶναι σημαντικότατη ἀκολουθία μὲ λόγια διαφορετικὰ κατὰ τὸ πλεῖστον κάθε φορά (δογματικά καὶ ἁγιολογικὰ διὰ τὴν ὀρθόδοξιν κατάρτισιν τοῦ πιστοῦ), τὰ ὁποῖα περικλείουν ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ Ἁγιολογία. Ὁ Ὄρθρος (μαζὶ καὶ μὲ τὸν Ἑσπερινό) διδάσκει τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν πιστὸ καὶ τοῦ μορφώνει εὐλάβεια καὶ εὐσέβεια, ὡς εἴχαν οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες μας, γιὰ νὰ προσέλθει μετὰ φόβου Θεοῦ, Πίστεως, καὶ Ἀγάπης στὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καὶ νὰ μὴν λέει (βλασφημεῖ) τὴν Θ. Κοινωνία ...«κρασάκι».
Ἐν κατακλείδι, νὰ παρακαλέσω τοὺς ἁγίους ἱερεῖς νὰ μὴ λησμονοῦν νὰ ὑπενθυμίζουν στοὺς πιστοὺς πότε ἀρχίζει ἡ λειτουργία (τοὐτέστιν πότε ἀρχίζει ὁ Ὄρθρος).
Μεγάλη θλίψη ἐπίσης ἐλάβαμε ὅταν εἴδαμε ὅτι στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, π.χ. Δίπτυχα 2007, σ. 378, ἔχουν βάλει ὥρα ἐνάρξεως τῆς Θείας Λειτουργίας, τὸ ὁποῖον παρακαλοῦμε πάρα πολὺ ὅπως ἐκλείψει.
«Πολὺ κακὸ αὐτό», μᾶς εἶπε ἅγιος πνευματικός.
Ὁ Ὄρθρος δὲν τελειώνει ὅταν ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία· ἡ Θεία Λειτουργία ἀρχίζει ὅταν τελειώσει ὁ Ὄρθρος, γι’ αὐτὸ ὥρα ἐνάρξεως ὑπάρχει μόνον γιὰ τὸν Ὄρθρο, ὄχι γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία.
Ἐκ πεῖρας γνωρίζουμε (ἐκ τῶν ἐνοριῶν τοῦ ἐξωτερικοῦ), ὅτι ἡ καινοφανῆς θέσπισις ὥρας ἐνάρξεως τῆς Θείας Λειτουργίας, ὀδηγεῖ σταδιακῶς στὴν καταφρόνηση τοῦ Ὄρθρου καὶ ὅτι αὐτὸ συνεπάγεται («προτεσταντίζουσα πνευματική» ζωή, κτλ.) ὡς προανεφέρθη. Γιὰ αὐτὸν ἄλλωστε τὸν λόγο ἔχει βάλει καὶ τὸ ἰσχῦον Τυπικὸν «τοῦ Βιολάκη» τὴν λήξη τοῦ Ὄρθρου μυστικῶς, ὥστε νὰ μὴν εἶναι «φανερὴ» στὴν ἐνορία ἡ λήξη τοῦ Ὄρθρου, ἀλλὰ Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία νὰ φαίνονται ὡς «λειτουργία».
Ἔγραφον ἐν τῇ Καθαρᾷ Δευτέρᾳ (19/2/2007),
ὅτε πλέον ἠνοίχθῃ «τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν».
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Κατὰ ἔκφρασιν εὐλαβοῦς ἱεροψάλτου.
[2] Καὶ ἂν τύχει κάποιος εὐλαβῆς ἱερεὺς νὰ ἔχει ἐνορίτες μὲ φανατικὴ προσκόλληση στὸ Τυπικὸν ἢ εἶναι ὁ ἴδιος τοῦ «παλαιοῦ τυπικοῦ», νὰ δύναται εἰ βούλλεται –διὰ τὸ ἀσκανδάλιστον- νὰ ἀρχίσει νωρίτερα τὴν λειτουργία (γιὰ νὰ τελειώσει περίπου ὡς καὶ οἱ ἄλλες ἐνορίες).
[3] «Μὲ ἀφορμὴ τὸ κείμενο ἀπόσυρσης τῆς Καινοτομίας, καὶ γιὰ νὰ μὴν γίνουν τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων - Συντόμευσις ἀκολουθιῶν» (25/6/2005), http://www.analogion.net/Oikoumenismos/ ... ou0iwn.htm .
[4] Μὴν τὸ πάθουμε ὅμως ὅπως ἕνας ἱερεύς, ποὺ ἀκολουθώντας, ἐν ἀγνοίᾳ του πιστεύουμε, τὴν ὀρθολογιστικὴ ποιμαντικὴ, πήγαινε στὸ καφενεῖο παρέα μὲ τοὺς συγχωριανούς του νομίζοντας ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ τοὺς φέρει στὴν ἐκκλησία. Τὸ ἀποτέλεσμα; Πέραν τῆς προσωπικῆς ἐπίπτωσης ποὺ εἴχε ἡ διατριβή του εἰς τὰ καφενεῖα, παραπονιόταν συνέχεια: ἀφοὺ ἐγὼ ἔρχομαι σὲ ἐσᾶς, ἐσεῖς γιατὶ δὲν ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία;
[5] «...καθίσταται πολυτέλεια ἡ συζήτηση γιὰ τὸ πὼς θὰ διαβάζονται οἱ εὐχές στὴ Θεία Λειτουργία ἢ ἡ ἐνασχόληση μὲ ἄλλα ἀντίστοιχα λειτουργικὰ θέματα, ὅταν κινδυνεύῃ νὰ σβήσῃ σὲ πολλοὺς λειτουργοὺς ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀδιάλειπτης παρουσίας στὸ Ναό γιὰ τὴν τέλεση τῶν καθημερινῶν ἀκολουθιῶν. Ὁ Ναὸς δὲν εἶναι μόνο γιὰ τὴν κυριακάτικη Θ. Λειτουργία ἢ τὶς μεγάλες γιορτές. Εἶναι καὶ γιὰ τὴν καθημερινὴ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Ἑσπερινὸ τῆς Παρακλητικῆς καὶ τοῦ Μηναίου μὲ τοὺς Ἅγίους τῆς κάθε μέρας», πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη, «Κληρικοὶ τοῦ παλαιοῦ τυπικοῦ», Ἐκκλ. Παρέμβαση, Ἰούλ. 2006.
[6] «Ἡ ἀναγκαιότης τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεως τοῦ Τυπικοῦ στὴν ὀρθόδοξο λατρεία», Ἀποστόλου Εὐ. Παπαχρήστου, περιοδικὸ συμβολή, τ. 2, σελ. 7.
[7] Πρωτότυπο καὶ μετάφραση ταυτόχρονα στὴν ἀρχή (π.χ. «τοῦ Τρεμπέλα»), καὶ σὲ λίγους μῆνες δὲν θὰ χρειάζεται κἂν ἡ μετάφραση.
_________________
Μέγα μὲν τὸ ἀπερισπάστως προσεύχεσθαι· μεῖζον δὲ καὶ τὸ ψάλλειν ἀπερισπάστως
http://analogion.gr/f/74/334
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου