Ἡ ψυχολογία τῆς μετανοίας
Ἰλαρίωνος Φέλεα Ρουμάνου ἱερομάρτυρος (+1940)
Μέρος Α'
Ἡ ψυχή τοῦ ἐνόχου ἀνθρώπου ἐπιδιώκει καί ποθεῖ τήν μετάνοια, νά ἐξαλείψει διά τῶν ἀσκήσεων του τίς ἁμαρτίες του καί ν᾿ ἀποκτήσει, μέσω τῆς χάριτος τῆς μετανοίας, τήν ἀθωότητα καί τήν εἰρήνη τῆς συνείδησης του.
Περισσότερο ἀπό κάθε ἐξωτερικούς τύπους καί κανόνες, ἡ ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας ταράζει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί τόν προτρέπει νά διψᾶ τήν ἐλευθερία καί τό φῶς τῆς σωτηρίας. Ὅποιος πράττει τήν ἁμαρτία γίνεται δοῦλος της.
Κάποιος παρατηροῦσε ὅτι ὑπάρχουν δύο εἴδη μετανοίας: ἐσωτερική καί ἐξωτερική.
Ἡ πρώτη εἶναι ἐκείνη πού μᾶς βοηθᾶ νά κλαῖμε γιά τήν ἁμαρτία πού διαπράξαμε. Αὐτή διαρκεῖ γιά ὅλη τήν ζωή μας... Ἡ δεύτερη ἐκδηλώνεται μέ ἐξωτερικά γνωρίσματα ἀνάνηψης, μέ τήν ἐξομολόγηση ἁμαρτιῶν καί μέ συναισθήματα λύπης γιά νά μήν ἁμαρτάνουμε ξανά.
Ἡ μετάνοια εἶναι ἀναγκαία καί ψυχολογικά. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά πορεύεται στό σκοτάδι καί νά μήν ποθεῖ τό φῶς. Τό σκότος προκαλεῖ ἀνησυχία, φόβο, τρομάρα, θάνατο. Ἡ πατρίδα τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ οὐρανός, δηλαδή τό φῶς, ἡ εὐτυχία καί ἡ αἰώνια ζωή. Βυθισμένη στήν ἁμαρτία, ἡ ψυχή ζεῖ σέ μιά ἀνώμαλη κατάσταση, ἀπομακρύνεται καί περιπλανιέται ἀπό τήν φυσική καί θεϊκή της πορεία.
Ἀπ᾿ἐδῶ πηγάζουν ἀφ᾿ ἑνός ἡ ἀνησυχία καί ἡ σύγχυση καί ἀφ᾿ ἑτέρου ὁ πόθος γιά τόν Θεό καί ὁ μεγάλος ἀγώνας γιά νά ἐλευθερωθεῖ, μέσω διαφόρων ἐξιλαστήριων πράξεων, ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν κι ἀπό τήν σφίγξιμο τοῦ θανάτου, γιά νά φτάσει καί πάλιν στήν κανονική της κατάσταση, δηλαδή στήν ἀγνεία.
Συναντοῦμε, βέβαια τήν μετάνοια καί στούς βίους τῶν Ἁγίων. Συχνά οἱ πιό ἀγνές ψυχές νοιώθουν περισσότερο τήν ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας. Αὐτό τό γεγονός δικαιολογεῖται:
α) Ζῶντας σέ περισσότερο θεϊκό φῶς καί ἀγάπη, οἱ Ἅγιοι βλέπουν καλύτερα ἀπό τούς ἀμετανοήτους ἀνθρώπους τήν πραγματικότητα τῶν ἁμαρτιῶν καί τήν ἀναγκαιότητα κάθαρσης τους
β) Οἱ Ἅγιοι νοιώθουν περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους ἁμαρτωλούς τήν ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας, γιά νά προφυλαχτοῦν οἱ ψυχές τους ἀπό μελλοντικές πτώσεις καί ἁμαρτίες.
Πρίν ὑπάρξει ἡ ψυχολογία σάν ἐπιστήμη τῶν ψυχικῶν φαινομένων καί ἡ ψυχανάλυση σάν προσπάθεια ἐπεξήγησης τῶν μυστηρίων τοῦ ὑποσυνείδητου τῆς ψυχῆς, οἱ μεγάλοι διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ἔδειξαν σαφῶς τήν ψυχολογική ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας γενικά καί τῶν στοιχείων της εἰδικά. Θά παρουσιάσουμε λόγια τοῦ Ὠριγένη, τοῦ Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου καί τοῦ Γρηγορίου τοῦ Μεγάλου σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα, γιά νά καταλάβουμε ὅτι ἡ ψυχολογία τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς δέν ἦταν ἕνα ἄγνωστο θέμα γιά τήν Ἀποστολική καί πατερική ἐποχή τῆς Ἐκκλησίας.
Σύμφωνα μέ τόν Ὠριγένη, ἡ μετάνοια καί ὁ ὁρισμός της, ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν, ἔχει μία λογική αἰτιολόγηση καί μία βαθειά ψυχολογική ἀναγκαιότητα. Κάθε ψυχή πού ἁμαρτάνει, λεκιάζει, ἀρρωσταίνει καί μαυρίζει ἀλλά, διά τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσης, ἀποκαθίσταται πνευματικά.
Βυθισμένη στήν ἁμαρτία, ἡ ψυχή εἶναι μαύρη. Διά τῆς μετανοίας καθαρίζεται καί διά τῆς ἱερᾶς ἐξὁμολογήσης ὁ ἁμαρτωλός ἀποβάλλει ἀπό μέσα του ὅλο τό κακό τῆς ἁμαρτίας καί ἀνακουφίζεται, ὅπως τό στομάχι, ὅταν ἀποβάλλει τά τρόφιμα, τά ὁποῖα δέν μποροῦν νά χωνευτοῦν.
Ὅπως οἱ ἀσθενείς χρειάζονται γιατρό, ἔτσι καί οἱ ἁμαρτωλοί ἔχουν ἀνάγκη τόν Πνευματικό γιά νά τοῦ ἐμπιστευτοῦν τά μυστήρια τῆς συνειδήσεώς τους, νά θεραπευτοῦν μέ τίς σοφές του νουθεσίες καί τίς λειτουργικές του προσευχές.
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πωρωμένοι στίς κακίες τους, οἱ ὁποῖοι δέν μετανοιώνουν καί θεωροῦν ὅτι ἡ ἐξομολόγηση δέν ἔχει κανένα νόημα ἤ ὄφελος.
Ἐδῶ ὁμιλοῦμε γιά τόν ἄνθρωπο, πού θέλει νά ἐξομολογεῖται τίς ἁμαρτίες του γιά νά δεχτεῖ τήν Θεία Χάρη τῆς θεϊκῆς συγχώρησης. Ὅσο πιό εἰλικρινά μετανοιώνει κι ὅσο περισσότερο καίει τό πῦρ τῆς ψυχικῆς μεταμέλειας, τόσο πιό σίγουρο εἶναι ὄντως τό ἔλεος καί ἡ συγχώρηση τοῦ Θεοῦ (βλπ. Δεύτερη ὁμιλία τοῦ Ὠριγένη στούς Ψαλμούς, 37, Ε. Π. 12, 1381-1382).
Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος λέει ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας καλός γιατρός ὁ ὁποῖος φέρνει ἀγαλλίαση καί ἀνάπαυση. Τό δῶρο τῆς μετανοίας ξαλαφρώνει τήν ψυχή καί τήν προτρέπει πρός τήν σωτηρία της. Ἡ μετάνοια παρηγορεῖ σάν μία μητέρα καί ξεπλένει τήν ψυχή σάν μία καθαρή πηγή. Ἡ μετάνοια γίνεται μέ δάκρυα, μέ λυγμούς καί ἰδιαίτερα μέ ἐξομολόγηση. Ἡ μετάνοια εἶναι τό χυτήριο τῆς ἁμαρτίας, ὅπου ὁ «μόλυβδος» γίνεται «χρυσός». Αὐτή σκοτώνει καί ἀνίσταται, τό σκοτάδι ἀντικαθίσταται μέ τό φῶς, τούς ἁμαρτωλούς τούς κάνει ἀποστόλους καί τήν ἔρημο οἶκο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος, κατά φύση (βέβααα, μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ), εἶναι ὑποδουλωμένος στά πάθη, τά ὁποῖα σκεπάζουν τά μάτια τῆς ψυχῆς σάν κάποιες τσίμπλες τῆς κακίας. Ἡ μετάνοια ξεπλένει τά μάτια τῆς ψυχῆς, κυριαρχεῖ στήν ἀδύνατη φύση καί τιθασσεύει τά πάθη. Γκρεμίζει τήν ἀλαζονεία καί οἰκοδομεῖ ἐν ἀγάπη. Νικᾶ τά τερτίπια τοῦ ὄφεως καί ἐνισχύει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ἡ μετάνοια καταστρέφει τήν εἰδωλολατρία καί πλησιάζει τόν Θεό, εἶναι ἑνωμένη μέ τήν Ἐκκλησία. Ἀλλοίμονο στούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι δέν ὑπάρχει μετάνοια (βλπ. Ἀσκητικά τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, σ. 87-110).
Ἡ ἁμαρτία πού ἐνοχλεῖ τήν σάρκα κυριαρχεῖ στόν νοῦ καί στήν καρδιά σάν ἕνας τύραννος. Ἡ ψυχή μέσα στό σῶμα τοῦ ἁμαρτωλοῦ εἶναι σάν ἕνα πουλί στό κλουβί ἤ σάν ἕνα ἕτοιμο καί σφαγμένο πρόβατο. Τό σῶμα καίει προκαλώντας τήν γλυκύτητα τῆς ἁμαρτίας καί ὁ ἄνθρωπος σκλαβώνεται σάν ἕναν δέσμιος λεοντόκαρδος, σάν ἕνας γίγαντας μέ κομμένα τά χέρια καί τά πόδια. Ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ἕνας ζωντανός νεκρός, ἕνας τυφλός ὁ ὁποῖος δέν βλέπει τίποτε. Εἶναι ἕνα ἀποβλακωμένο πλάσμα, στό ὁποῖο ἡ σκληρά τυραννία τῶν παθῶν προετοιμάζει τήν αἰώνια καταδίκη του.
Ἡ μετάνοια πολλές φορές γίνεται δοῦλος τῶν παθῶν. Πῶς; Στήν πορεία της, ξεφυτρώνει ἡ ντροπή. «εἶναι πολλοί οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῆς ντροπῆς ἀφήνουν ἀθεράπευτα τά κρυμμένα μέσα τους πάθη. Ἐγώ ὅμως δέν κρύβω τό πλῆθος τῶν ἀδικιῶν πού βρίσκονται μέσα μου. Δέν κρύβω τήν ντροπή μου. Ξέρω ὅτι καλύτερα εἶναι γιά μένα ζητιανεύοντας νά ζῶ, παρά ντροπιασμένος νά πεθάνω ἀπό πεῖνα καί ἀτιμία. (σ. 224).
Ἐναντίον τοῦ συναισθήματος τῆς ντροπῆς γιά τήν μετάνοια ὁμιλεῖ λαμπρά ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δείχνοντας ὅτι ὄχι ἡ μετάνοια, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ντροπιάζει. «Ὑπάρχουν δύο πράγματα· ἡ ἁμαρτία καί ἡ μετάνοια· ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ πληγή, ἐνῶ ἡ μετάνοια εἶναι τό φάρμακο. Ὅπως στό σῶμα ὑπάρχουν πληγές καί γιατρικά, ἔτσι καί στήν ψυχή ὑπάρχουν ἁμαρτίες καί μετάνοια. Ἀλλά ἡ ἁμαρτία συνδέεται μέ τήν ντροπή, ἐνῶ ἡ μετάνοια φέρνει ἐμπιστοσύνη καί θάρρος. Σέ παρακαλῶ, νά τό προσέξεις, μή τυχόν, μπερδεύοντας μέ τό κατεστημένο, χάσεις τό κέρδος. Εἶναι πληγή καί γιατρικό, στήν πληγή ὑπάρχει τό πῦον, μέ τό γιατρικό γίνεται ἡ θεραπεία της. Στήν ἁμαρτία εἶναι πύον, ρεζίλι, περίγελως, στήν μετάνοια ὑπάρχει ἐμπιστοσύνη, ἐλευθερία, καθαρισμός τῶν ἁμαρτιῶν. Πρόσεξε αὐτό πού σοῦ λέω· ἡ ντροπή ἀκολουθεῖ τήν ἁμαρτία, ἡ ἐμπιστοσύνη τήν μετάνοια. Κατάλαβες τί λέω; Ὁ σατανᾶς ἄλλαξε αὐτή τήν τάξη καί ἔδωσε τήν ἐμπιστοσύνη στήν ἁμαρτία καί τήν ντροπή στήν μετάνοια … (Ὁμιλία 8, 2).
Πῶς ἀλλάζει τό πονηρό πνεῦμα τήν ἠθική τάξη τῶν πραγμάτων; Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς λέει ἕνα παράδειγμα· Ἕνας, ἔχοντας τρελλά τό πάθος, ἀκολουθεῖ μία πόρνη σάν ἕνας δοῦλος καί μπαίνει στό χαμαιτυπεῖο. Χωρίς νά ντρέπεται, πράττει μαζί της τήν ἁμαρτία. Δέν ντρέπεται καθόλου καί πουθενά. Βγαίνει ἀπό ἐκεῖ καί ντρέπεται νά μετανοήσει. Ταλαίπωρε, ὅταν ἔκανες τήν ἁμαρτία δέν ντρεπόσουν, ἀλλά τώρα ντρέπεσαι νά μετανοήσεις; Ὁ διάβολος σέ ὠθεῖ σέ δύο κακίες· ν᾿ἁμαρτάνεις καί νά μή μετανοεῖς. Κι ἔτσι θ᾿ ἁμαρτάνεις καί ἄλλη καί ἄλλη φορά.
Στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ἕνας συνεχής πόλεμος. Οἱ αἰσθήσεις ἀνάβουν τόν πόθο τῶν ἡδονῶν καί τά συναισθήματα ἀνάβουν γιά ἀπολαύσεις, οἱ ὁποῖες προσπαθοῦν νά σβήσουν τήν δύναμι τῆς ἀρετῆς καί τήν φωνή τῆς συνείδησης. Ἔτσι τό σῶμα καίει σάν νά πάσχει ἀπό βασκανία καί καταλήγει στό δίχτυ τῆς ἀπώλειας, ἄν δέν μετανοήσει. Ἡ καρδιά κολακεύεται ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό σῶμα μολύνεται σάν ἀπό μία βρώμικἡ πηγή ἀπ᾿ ὅπου τρέχουν ἀκάθαρτοι λογισμοί. Αὐτός, ὅμως πού σκέφτεται τόν Θεό σβήνει γρήγορα τό κακό μέσα του διά τῆς ἐξομολόγησης, διότι ἡ ἐξομολόγηση τῶν παθῶν εἶναι ἡ καρδιά τῆς μετανοίας. Ἡ Χάρη αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ Μυστηρίου σβήνει τήν φλόγα τῶν παθῶν καί προσφέρει στήν ἀρετή καί στήν συνείδηση μία νικηφόρα δύναμη.
Ἡ βαθειά μετάνοια τοῦ βασιλέως Δαβίδ παρέχει στόν ἱερό Χρυσόστομο τήν εὐκαιρία τῆς ὡραίας ἀκόλουθης ψυχολογικῆς παρατήρησης: «Ὁ προφήτης ἦταν στήν φθορά, τό μαργαριτάρι ἦταν στήν λάσπη, ἀλλά δέν καταλάβαινε ὅτι εἶχε ἁμαρτήσει, τόσο τυφλωμένος ἦταν ἀπό τό πάθος του.
Ὅταν ὁ ἁμαξᾶς εἶναι μεθυσμένος, ἡ ἅμαξα προχωρᾶ ἄτακτα. Ἔτσι, ὅ,τι εἶναι ἡ ἅμαξα καί ὁ ἁμαξᾶς, τό ἴδιο εἶναι καί τό σῶμα καί ἡ ψυχή. Ἄν ἡ ψυχή εἶναι φυλακισμένη, τότε καί τό σῶμα σέρνεται στόν βόρβορο. Ἐφ᾿ ὅσον ὁ ἁμαξᾶς κρατάει καλά τά ἡνία, καί ἡ ἅμαξα προχωρᾶ καλά. Ὅταν, ὅμως, ὁ ἁμαξᾶς χάνει τίς δυνάμεις του καί δέν μπορεῖ πιά νά κρατήσει τά ἡνία, οὔτε ἡ ἅμαξα δέν πάει καλά. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τόν ἄνθρωπο.
Ἐφ᾿ὅσον ἡ ψυχή ἀγρυπνεῖ, καί τό σῶμα παραμένει καθαρό, ἀλλ᾿ ὅταν ἡ ψυχή εἶναι πολύ σκοτισμένη, τότε καί τό σῶμα μολύνεται μέ τίς ἡδονές. Καί τί ἔκανε ὁ βασιλιᾶς Δαβίδ; Πόρνεψε μέ τήν γυναίκα τοῦ ἄλλου, ἀλλά δέν καταλάβαινε τήν ἁμαρτία του, οὔτε τοῦ τήν εἶπε κανείς. Κι αὐτό γινόταν ὅταν ὁ Δαβίδ ἦταν σέ πολύ μεγάλη ἡλικία. Γιά νά καταλάβεις, ἄν τυχόν πιαστεῖς ἀπό τήν ἀβουλία, ὅτι δέν σέ ὠφελοῦν τά ἄσπρα σου μαλλιά γιά νά γλυτώσεις τήν ἁμαρτία. Τά ἤθη δέν τά κάνει ἡ ἡλικία, ἀλλά οἱ καλές πράξεις οἱ ὁποῖες πηγάζουν ἀπό τήν σοφία τῆς ψυχῆς. (Ὁμιλία 2, 2)
Λοιπόν, ἡ πηγή τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἐντός τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ θεραπεία της εἶναι ἡ ἀρετή καί ἡ χάρη τῆς μετανοίας. Ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ἕνας νεκρός, σάν τόν Λάζαρο, ὅπως μᾶς λέγει τό Εὐαγγέλιο. Ἐξομολόγηση σημαίνει ἐπιστροφή στήν ζωή, μᾶς τό ἐπιβεβαιώνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Μέγας: «Βλέπετε, οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου λύνουν τόν δεμένον μέ λωρίδες πρώην νεκρό καί τώρα ἀναστημένο Λάζαρο. Ἄν ἔλυον ἀπό τά δεσμά του ἕναν νεκρό Λάζαρο, θά προκαλοῦσαν τήν δυσωδία καί δέν θά φανερωνόταν ἡ δύναμις τοῦ Ἰησοῦ.
Ὁ Ἰησοῦς, μπροστά στό τάφο τοῦ Λαζάρου, δέν λέει «ἔλα στήν ζωή, ἀλλά ἔλα ἔξω. Κάθε ἁμαρτωλός, ἐφ᾿ ὅσον κρύψει τήν ἁμαρτία του στό βάθος τῆς συνείδησής του, εἶναι ἀκόμα ἐνταφιασμένος στό βάθος τοῦ τάφου. Ὁ ἁμαρτωλός ὅμως πού ἔρχεται στό φῶς μέ τήν θέλησή του ἐξομολογεῖται τίς ἀθλιότητες του… Ὁ νεκρός ἀνασταίνεται! Ὁ ἁμαρτωλός ἀναγνωρίζει τό σφάλμα του. Ἐφ᾿ ὅσον ἀναστήθηκε, οἱ μαθητές τόν ἀπολύουν, δηλαδή οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ἀκυρώνουν τήν ποινή, πού θά τοῦ ἄξιζε, διότι δέν ντράπηκε νά ὁμολογήσει αὐτά πού εἶχε κάνει … (Ὁμιλία 26 στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο 20, 19-21, Migne 86, 1200)
Μεταφραστές : ἱερεύς π. Κυπριανός Στάϊκου, ρουμᾶνος καί μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Γιά νά διαβάσετε τα ὑπόλοιπα μέρη πατήστε Ἰλαρίων Φέλεα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου