Ἱερομόναχος Ἠλίας Τσιορούτσα
Ἁγιασμένες μορφές τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμάνικης Ἐκκλησίας
ὑπό πρωτοπρεσβυτέρου π. Κωνσταντίνου Γαλερίου
Ὁ ἱερομόναχος π. Ἠλίας γεννήθηκε στίς 30 Ἰουνίου 1909 στήν κοινότητα Βασίλε Ἀλεξάνδρι τοῦ νομοῦ Τούλτσεα ἔχοντας ὡς γονεῖς του τόν Κωνσταντῖνο καί τήν Ἑλένη. Στό βάπτισμά του ἔλαβε τό ὄνομα Ἰόργκου. Ἦτο ὁ πιό ὑπάκουος ἀνάμεσα στά 10 παιδιά τῆς οἰκογενείας του. Ὅ,τι δήποτε τοῦ ἔλεγαν καί τοῦ ἀνέθεταν νά κάνη οἱ γονεῖς του, τό ἐξεπλήρωνε ἀμέσως.
Ἡ οἰκογένειά του ἦτο ἀρκετά πλούσια. Οἱ γονεῖς του ἦσαν ἁπλοῖ καί πιστοί χριστιανοί. Ἐνθυμεῖται ὁ π. Ἠλίας, ὅταν τά βράδυα στεκόταν κοντά στήν σόμπα καί ἄκουγε τόν πατέρα του νά διαβάζη τό Ψαλτήριο.
Γιά τήν παιδική του ἡλικία, πού ἔζησε στό χωριό του, ἔλεγε.
" Ὅταν ἤμουν μικρός καί ἔβλεπα τόν ἱερέα μας μέ τήν μεγάλη γενειάδα πῶς λειτουργοῦσε τήν ἐκκλησία, ἐσκεπτόμουν ὅτι κατέβηκε ὁ Θεός ἀπό τόν οὐρανό καί ἦλθε νά μᾶς λειτουργήση στήν ἐκκλησία μας".
Πρίν ἀκόμη πάη στό δημοτικό σχολεῖο ὁ π. Ἠλίας ἔμεινε ὀρφανός καί ἀποχωρίσθηκε ἀπό τά ἀδέλφια του. Ἐμεγάλωσε σ᾿ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο τῆς πόλεως Τούλτσεα. Ἐκεῖ ὁ ἱερεύς Ζαχαρίας Ποπέσκου τόν ἐβοήθησε καί τόν χειραγώγησε σταθερά. Σάν καλός λειτουργός πού ἦτο ἔπαιρνε τόν μικρό Ἰόργκου στό Ἅγιο Βῆμα, ἀκόμη ἀπό τήν ἡλικία τῶν 7 ἐτῶν γιά νά τόν βοηθῆ στίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες.
Τό δημοτικό σχολεῖο καί γυμνάσιο τελείωσε στήν Τούλτσεα. Στό σχολεῖο ἐντυπωσίαζε τούς ἄλλους γιά τόν ἰδιαίτερο ζῆλο του στά μαθήματα. Ἐάν κάποτε οἱ καθηγητές ἀπουσίαζαν ἀπό τό μάθημά τους, ἔκανε αὐτός μαθήματα στά ἄλλα παιδιά γιά νά μή πάη ἡ ὥρα χαμένη.
Ἐβοήθησε πολύ τούς συμμαθητές του στά μαθήματά τους, γι᾿αὐτό κι αὐτοί τόν τιμοῦσαν καί τόν ἀγαποῦσαν. Στό τέλος τοῦ σχολείου ὁ διευθυντής συμπλήρωσε μέ τό δικό του χέρι τά ἑξῆς λόγια στό ἀπολυτήριο τοῦ παιδιοῦ. "Αὐτός ἦτο ὁ καλλίτερος μαθητής τοῦ σχολείου μας".
Τήν ἐκκλησιαστική σχολή ἐτελείωσε στήν Κωνστάντζα. Τήν περίοδο 1923-1929 κατώρθωσε νά περάση μαθήματα δύο σχολικῶν ἐτῶν σέ ἕνα. Οἱ συμμαθητές του τόν ἔλεγαν "ὁ καλόγερος". Ὅταν αὐτοί μιλοῦσαν γιά ἀνήθικα πράγματα καί κοσμικά ἀστεῖα, αὐτός ἀναχωροῦσε ἀπό κοντά τους.
Ἀπέφευγε νά κυττάξη κορίτσι στό πρόσωπο. Περιφρονοῦσε τά ἔργα τῆς πορνείας μέ ἀπέχθεια. Ἀργότερα θά γράψη σχετικό βιβλίο στό ὁποῖο καταδικάζει αὐτή τήν ἁμαρτία. Μία ὁδός γιά τήν προφύλαξι ἀπό τήν ἁμαρτία τῆς πορνείας εὕρισκε στούς στοχασμούς τοῦ θανάτου καί τῆς μελλούσης κρίσεως.
Ἔλεγε Ἡ εἰκόνα τῆς μελλούσης κρίσεως στά σπίτια μερικῶν χριστιανῶν εἶναι ἕνα μεγάλο καί πολύ καλό βιβλίο τῆς χριστιανικῆς σοφίας. Ἐγώ ὁ ἴδιος, ὅταν ἤμουν νέος καί ἐπήγαινα στόν χορό, ἐχαιρόμουν, αὐτό εἶναι ἀλήθεια, ἀπ᾿αὐτή τήν διασκέδασι τῶν νέων, ἀλλά γρήγορα μοῦ ἐρχόταν στόν νοῦ ἡ ματαιότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί δέν ἤθελα πλέον νά βλέπω παλληκάρια καί κορίτσια νά χορεύουν καί παίζουν, μᾶλλον ἔβλεπα κινούμενους ἐλεεινούς σκελετούς ἀνθρώπων. Τότε μοῦ ἤρχοντο δάκρυα στά μάτια καί θρηνοῦσα γι᾿αὐτόν τόν ἀπατηλό καί παροδικό κόσμο μας".
Μετά τήν ἀποπεράτωσι τῶν σπουδῶν του στήν ἐκκλησιαστική σχολή ἤθελε νά καλογερέψη, ἀλλά ἐφοβεῖτο μήπως καί δέν ἠμπορέση νά κρατήση τίς μοναχικές ὑποσχέσεις. Ἔτσι παντρεύθηκε τήν Ἀλεξάνδρα Μιρέσκου καί μετά τόν γάμο του, χειροτονήθηκε ἱερεύς τό 1931 γιά τήν ἐνορία Στεφανέστι τοῦ νομοῦ Ἰλβόφ. Ἀπέκτησε δύο παιδιά, τόν Αἰμίλιο καί τόν Κωνσταντῖνο.
Τό 1937 συνέγραψε θεολογική ἐργασία μέ θέμα. " Ἡ φροντίδα τῆς σωτηρίας".
Ὅπως ὅλοι στήν οἰκογένειά του, εἶχε καί αὐτός μία ἰδιαίτερη κλίσι στήν ἐκμάθησι ξένων γλωσσῶν. Ὁ π. Ἠλίας ἐγνώριζε τήν γαλλική, τήν γερμανική καί τήν λατινική.
Ἡ ποιμαντική του δραστηριότης
Σάν ἔγγαμος ἱερεύς ἐφρόντιζε μόνος του γιά τήν καθαριότητα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Στό τέλος τῶν Ἀκολουθιῶν, ὅ,τι δήποτε προσφερόταν ἀπό τούς πιστούς στήν ἐκκλησία, π.χ, πρόσφορα, κουλούρια κλπ, τά ἄφηνε νά παίρνουν πρῶτα οἱ ἐπίτροποι καί οἱ σύμβουλοι καί κατόπιν ἔπαιρνε κι αὐτός κάτι, ἐάν περίσσευε. Κάθε φορά ἐμνημόνευε ἕναν ἐπίτροπο, ὁ ὁποῖος τόν βοηθοῦσε στήν Λειτουργία τῆς ἐκκλησίας. Αὐτός σ᾿ ὁλόκληρη τήν ζωή του, δέν ἅπλωσε τό χέρι του νά πάρη κάτι.
Ὅταν τόν προσκαλοῦσαν γιά ἐξομολόγησι καί θεία Κοινωνία, ἐπήγαινε ὁποιαδήποτε ὥρα τῆς ἡμέρας, χωρίς νά ἐξετάζη τί καιρό ἔκανε ἔξω. Ἐπειδή ἦτο καί κοντόσωμος, ξεγλυστροῦσε ἀνάμεσα στούς γιγαντόσωμους καί ἔφθανε ξαφνικά στό σπίτι τοῦ ἀσθενοῦς, πρίν ἀκόμη καί νά τόν καλέσουν.
Ὅταν ἦτο ἀκόμη ἔγγαμος ἱερεύς, δέν ἔκλεινε ποτέ τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του, γιά νά μπαίνη ὁποιοσδήποτε εἶχε ἀνάγκη νά μιλήση μαζί του σέ ὁποιαδήποτε ὥρα ἡμέρας ἤ νυκτός. Ἡ πρεσβυτέρα του, τοῦ ἔλεγε πολλές φορές νά κλείνη τήν πόρτα, γιά νά μή ἁρπάξουν κάτι ἀπό τήν αὐλή τους. Ἀλλά, ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ Πατήρ, οὐδέποτε τούς ἔκλεψε κάποιος κάτι, παρότι στό χωριό του κυκλοφοροῦσαν κλέφτες ἀλόγων καί πουλερικῶν.
Ἐνίοτε ἐπήγαινε μέ ἀσθενεῖς ἀπό τό χωριό του σ᾿ ἕνα καλό γιατρό, πού ἦτο πιστός Χριστιανός καί τόν ἐγνώριζε. Ὅση ὥρα ὁ ἀσθενής δεχόταν τίς ἐξετάσεις τοῦ γιατροῦ, ὁ π. Ἠλίας συνωμιλοῦσε μαζί του. Ὅταν ὁ ἀσθενής ἦτο βαρειά ἄρρωστος, ὁ γιατρός δέν ἔδινε καμμία πιθανότητα γιά καλλιτέρευσι τοῦ ἀσθενοῦς καί ἔλεγε στόν ἱερέα. "ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν θά ζήση πολύ καιρό".
Τότε ὁ Πατήρ ἐπέστρεφε στό χωριό του καί ἄρχιζε νά νηστεύη καί νά προσεύχεται γιά τόν ἀσθενῆ Χριστιανό του, προτρέποντας κι αὐτόν νά κάνη ἐλεημοσύνες, ἰδιαίτερα στίς ἐκκλησίες, ὅπως Εὐαγγέλια, Ἅγια Δισκοπότηρα, εἰκόνες καί ὅ,τι ἄλλο εἶχαν ἀνάγκη, καί στούς πτωχούς. Πολλές φορές, χάρις στίς προσευχές του τό ἀποτέλεσμα ἦτο διαφορετικό ἀπό ἐκεῖνο πού γνωμάτευε ὁ γιατρός καί ὁ ἀσθενής ἐπιζοῦσε.
Ὅταν ἦτο νέος ἱερεύς ἐπήγαινε σ', ἕνα ψυχιατρεῖο γιά νά λειτουργήση ἐκεῖ γιά τούς ψυχοπαθεῖς. Ἔλεγε στούς γιατρούς. " Ἔρχομαι ἐδῶ γιά νά βλέπω, γιατί φθάνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι σ᾿αὐτό τό σημεῖο καί νά ἐνημερώνω προληπτικά τούς ἐνορίτες μου". Τότε οἱ γιατροί τοῦ ἔλεγαν. "Ξέρετε γιατί αὐτοί εἶναι ἐδῶ; Σόδομα καί Γόμορρα! ".
Ὅπουδήποτε λειτουργοῦσε οἱ ἐνορίτες του τόν ἀκολουθοῦσαν, διότι τόν ἀγαποῦσαν, ἐνῶ ὅταν ἀνεχώρησε, τοῦ ἔλεγαν. "Πάτερ, μεῖνε μαζί μας γιά πάντα".
Τόν π. Ἠλία ἀγαποῦσαν καί ἐσέβοντο ἰδιαίτερα οἱ κλέφτες καί οἱ ληστές, οἱ ὁποῖοι, ὡς γνωστόν, δέν ἐκτιμοῦν καί δέν σέβονται κανέναν. Κάποτε περνῶντας μιά νύκτα μέσα ἀπό τό διπλανό δάσος τοῦ χωριοῦ, ἄκουσε κτυπήματα, πολλές φωνές καί θορύβους, καί κατάλαβε ὅτι ἦσαν ληστές. Τότε ἐφώναξε δυνατά. " Ἐγώ εἶμαι ὁ π. Ἠλίας ἀπό τό χωριό". Οἱ ληστές τοῦ ἀπήντησαν. "Ἄϊντε, πέρασε, πέρασε γρήγορα!". Τήν δεύτερη ἡμέρα μπῆκε στό χωριό μία καρότσα στήν ὁποία εἶχαν τοποθετήσει νεκρό ἕνα χωριάτη, πού ἐσκότωσαν οἱ ληστές.
Ἀγαποῦσε πολύ τά παιδιά. Πάντοτε, ὅταν τά ἔβλεπε, πολύ χαιρόταν. Ἔλεγε. "Χάριν τῶν παιδιῶν κρατεῖ ἀκόμη ὁ Θεός τόν κόσμο".
Κάποτε, στήν περίοδο τοῦ πολέμου, σ᾿ ἕνα βομβαρδισμό, ὁ Πατήρ ἐπῆρε στά μπράτσα του ἕνα παιδί καί ἄρχισε νά προσεύχεται. "Κύριε, γι᾿αὐτόν τόν ἄγγελο πού κρατῶ στά χέρια μου, φύλαξέ με καί μένα ἀβλαβῆ". Καί ὁ Θεός τόν ἄκουσε. Δέν ἔπαθε τίποτε ἀπό τόν βομβαρδισμό.
Μετάφρασις – Ἐπιμέλεια
Ὑπό Ἀδελφῶν Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου
Ἁγίου Ὅρους Ἄθω
2002
Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν
παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς
Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν
ἄδεια δημοσίευσης.
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
http://anavaseis.blogspot.gr/2012/12/blog-post_975.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου