Οἱ ἑπτά νέοι παῖδες ἀπό τήν Ἔφεσο. (Μέρος Θ').Τελευταῖο
Ἐκλεκτές διηγήσεις καί προσευχές γιά μικρά παιδιά
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Τότε ὁ Ἰάμβλιχος εἶπε:
-Σᾶς παρακαλῶ, κύριοί μου, πᾶμε μαζί στό βουνό, στήν σπηλιά, ὅπου μένουμε μέ ἄλλους ἕξι νέους γιά νά γνωρίσετε καί ἀπ᾿ αὐτούς ὅτι εἶναι ἀληθινά, αὐτά τά ὁποῖα σᾶς λέγω. Διότι φεύγοντας τήν ὀργή τοῦ βασιλέως Δεκίου, πρίν ἀπό μερικές ἡμέρες ἐμπήκαμε σ᾿ αὐτή τήν σπηλιά καί κρυφθήκαμε. Ἐν τῶ μεταξύ τόν Δέκιο, πού μπῆκα στήν πόλι χθές, δέν τόν εἶδα. Ὁπότε ἀκόμη δέν ξέρω, εἶναι αὐτή ἡ πόλις ἡ Ἔφεσος ἤ κάποια ἄλλη;
Τότε ὁ Ἐπίσκοπος σκέφθηκε πολύ καί μετά τόν ἐρώτησε:
-Ὁ Θεός θέλει μέσῳ αὐτοῦ τοῦ νέου νά μᾶς ἀποκαλύψη κάποιο μεγάλο μυστήριο.
Μετά εἶπε πρός τόν διοικητή:
-Νά πᾶμε κι ἐμεῖς μαζί του γιά νά δοῦμε τί θαυμαστό ἔργο ἔχει νά μᾶς ἀποκαλύψη ὁ Θεός.
Τότε ὁ Ἐπίσκοπος καί ὁ διοικητής σηκώθηκαν ἀμέσως, ἐπῆραν τόν νεαρό καί πλῆθος κόσμου ἀπό πίσω τους καί ξεκίνησαν γιά τό βουνό. Φθάνοντας ἐκεῖ καί στήν σπηλιά, μπῆκε μέσα πρῶτα ὁ Ἰάμβλιχος, ἐνῶ ὁ Ἐπίσκοπος καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐστάθησαν στό στόμιο τῆς σπηλιᾶς, ὅπου βρῆκαν καί τήν χάλκινη ἐπιγραφή πού ἔγραφε γιά τό μαρτύριό τους, τά ὀνόματά τους καί τήν χρονολογία τοῦ τέλους τους. Διαβάζοντας τό μαρτύριό τους οἱ πάντες ἐξεπλάγησαν καί ἐδόξασαν τόν Θεό μέ μεγάλη φωνή.
Κατόπιν εὑρῆκαν τούς ἁγίους νά κάθωνται κάτω μέ πολλή χαρά, μέ τά πρόσωπά τους λαμπερά ἀπό τό φῶς τῆς Χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί ἀπό μία νεανική ὀμορφιά. Βλέποντάς τους ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ διοικητής καί ὅλος ὁ λαός, τούς ἐπροσκύνησαν μέχρι κάτω καί ἐδόξασαν τόν Θεό, πού ἀξιώθηκαν νά ἰδοῦν αὐτό τό θαυμαστό μυστήριο.
Κατόπιν οἱ νεαροί μάρτυρες εἶπαν στό πλῆθος τοῦ κόσμου γιά τόν τύραννο Δέκιο, γιά τούς διωγμούς πού ἔκαμε ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Τότε ἀμέσως ὁ Ἐπίσκοπος καί ὁ διοικητής ἔστειλαν ἕνα γράμμα στόν εὐσεβέστατο βασιλέα Θεοδόσιο, γράφοντάς του:
-Μεγαλειότατε, νά διατάξης νά ἔλθη γρήγορα μία ὁμάδα ἐμπίστων καί εὐσεβῶν ἀνθρώπων γιά νά ἰδοῦν ἕνα θαῦμα πού μᾶς ἀπεκάλυψε ὁ Θεός τίς ἡμέρες αὐτές τῆς βασιλείας σου. Στίς ἡμέρες ἀποδείχθηκε περίτρανα μέ θαῦμα ἡ ἀλήθεια περί τῆς ἀναστάσεως τῶν πάντων στά σώματα ἑπτά νέων πού ἀναστήθηκαν μετά ἀπό 192 χρόνια.
Ἀκούοντας αὐτά ὁ βασιλεύς Θεοδόσιος, χάρηκε πάρα πολύ καί ἀμέσως ἑτοιμάσθηκε νά ἔλθη ὁ ἴδιος. Ἔτσι μέ τούς αὐλικούς του καί πολύ λαό ἔφθασαν στήν Ἔφεσο καί ἔγινε ὑποδοχή ἀπό τούς Ἐφεσίους μέ πολλή τιμή, καθώς τούς ἔπρεπε. Ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ διοικητής καί οἱ ἄλλοι μετέφεραν τόν βασιλέα καί τήν συνοδία του στήν σπηλιά, στήν ὁποία μπαίνοντας μέσα καί βλέποντας τούς Ἁγίους σάν ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ἔπεσαν στά πόδια τους, τούς ἐπροσκύνησαν καί ὁ βασιλεύς τούς εἶπε:
-Ἀξιοσέβαστοι νέοι, στά πρόσωπά σας, νομίζουμε ὅτι βλέπουμε τόν Ἴδιο τόν Βασιλέα μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν Δεσπότη καί οὐράνιο Βασιλέα μας, ὁ Ὁποῖος ἔκραξε μόνο μέ τήν φωνή του τόν φίλο Του Λάζαρο καί τόν ἀνέστησε γιά νά ἐπιβεβαιωθῆ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Διότι κάποτε, κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτοί οἱ ὁποῖοι εἶναι στά μνήματα, θ᾿ ἀκούσουν τήν φωνή τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί θ᾿ ἀναστηθοῦν.
Ὁ βασιλεύς γονάτισε μπροστά τους καί ἐδόξαζε τόν Θεό πού ἀξιώθηκε αὐτῆς τῆς μεγάλης εὐλογίας.
Κατόπιν οἱ νέοι ἁπλώνοντας τά χέρια τους ἐσήκωσαν τόν βασιλέα ἀπό τήν γῆ, ὁ ὁποῖος φιλοῦσε τά χέρια τους καί ἔκλαιγε ἀπό χαρά.
Τότε ὁ ἅγιος Μαξιμιλιανός εἶπε πρός τόν βασιλέα:
-Ἀπό τώρα ἡ βασιλεία σου θά εἶναι δυνατή, λόγῳ τῆς δυνατῆς πίστεώς σου στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος θά σέ διαφυλάττη ἀπό κάθε κακό γιά τό ὄνομά του τό ἅγιον. Νά πιστεύης ὅτι γιά σένα μᾶς ἀνέστησε ἐμᾶς ὁ Θεός, γιά νά κηρύξη στόν κόσμο γιά τήν κοινή ἀνάστασι τῶν πάντων.
Γιά ἀρκετή ὥρα συνωμίλησαν οἱ Ἅγιοι μέ τόν βασιλέα καί ἄλλες πνευματικές διδαδκαλίες τοῦ εἶπαν, ἐνῶ ὁ βασιλεύς μέ τόν ἀρχιερέα καί τούς ἄρχοντες καί ὅλος ὁ λαός τούς ἄκουαν μέ πολλή γλυκύτητα.
Καί ὁ βασιλέυς συμμετεῖχε στό τραπέζι τοῦ φαγητοῦ τους ἐπί ἑπτά ἡμέρες, ἀλλά καί στήν προσευχή τους.
Μετά ἀπ᾿ αὐτές τίς συζητήσεις καί τήν θεωρία τῶν γλυκυτάτων προσώπων τους, οἱ νέοι ἔκλιναν κάτω τίς ἱερές κεφαλές τους καί κατόπιν τό σῶμα τους καί ἐκοιμήθησαν τόν αἰώνιο ὕπνο, κατά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ βασιλεύς στεκόμενος δίπλα σ᾿ αὐτούς, ἔκλαυσε πολύ μέ ὅλη τήν συνοδία του. Κατόπιν διέταξε νά κατασκευάσουν ἑπτά φέρετρα ἀπό χρυσό καί ἄργυρο, στά ὁποῖα νά τοποθετήσουν τά ἱερά σώματά τους.
Ἐκείνη τήν νύκτα οἱ Ἅγιοι παρουσιάσθηκαν σέ ὄραμα στόν βασιλέα καί τοῦ εἶπαν νά τούς ἀφήση νά κοιμηθοῦν κάτω στό χῶμα, ὅπως εἶχαν κοιμηθῆ καί παλαιότερα καί ὄχι μέσα σέ ἀργυροεπίχρυσα φέρετρα. Κατόπιν συγκεντρώθηκε πολύς λαός μέ πολλούς ἐπισκόπους καί ἱερεῖς καί ἐτέλεσαν λαμπρά ἑορτή ἐπί τῆ δευτέρᾳ κοιμήσει τῶν ἁγίων μαρτύρων.
Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ βασιλεύς ἐμοίρασε πολλές ἐλεημοσύνες στούς πτωχούς, ἀπηλευθέρωσε φυλακισμένους, ὅταν ἐπέστρεψε στήν Κωνσταντινούπολι χαιρόμενος ἔτσι ὁ ἴδιος καί δοξάζοντας τόν Θεό, τόν Ὁποῖον εἴθε καί ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί νά Τόν τιμοῦμε καί δοξάζουμε μαζί δηλαδή τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 2010
31 Αὐγούστου 2013
Για να διαβάσετε τα υπόλοιπα πατήστε Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα
http://anavaseis.blogspot.gr/2013/08/blog-post_3275.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου