Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Τό δεσμωτήριο-θεραπευτήριο- τοῦ Τίργου Ὄκνα. Περιστατικά ἀπό τήν ζωή φυλακισμένων Ρουμάνων Μαρτύρων καί ὁμολογητῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος

Τό δεσμωτήριο-θεραπευτήριο- τοῦ Τίργου Ὄκνα
 Ἰωάννης Ἰανωλίδε


Τό Τίργου-Ὄκνα εἶναι μιά μικρή πόλη, χτισμένη σ᾿ ἕνα παλιό ὀροπέδιο τῶν Καρπαθίων. Ὠνομάσθηκε ἔτσι διότι ἐδῶ βγαίνει τό ἁλάτι ἀπό τήν γῆ. Σ΄ αὐτήν τήν κωμόπολη ἀνεγέρθηκε το 1937, μέ τήν πρωτοβουλία τοῦ ἰατροῦ Ἰωάννου Καντακουζηνοῦ, ἕνα θεραπευτήριο γιά τούς ἀρρώστους φυματικούς κρατουμένους.  Κατόπιν ἔγιναν κι ἄλλες ἐπισκευές καί νέα κτίρια. Ἔχει δύο ὀρόφους, μεγάλα παράθυρα, λιακωτό καί μιά εὐρύχωρη αὐλή.
Ἐδῶ  ἐστέλλοντο οἱ φυματικοί πού ἐβαρύνοντο μέ μεγάλες ποινές ἀπό ὅλα τά δεσμωτήρια τῆς Χώρας, ἀπό τό Κανάλι τοῦ Δούναβη, ἀπό τά ὀρυχεῖα, ἀπό τά μπουντρούμια τῆς Ἀσφάλειας καί ἀπό τά στρατόπεδα ἀναγκαστικῶν ἔργων. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς μετέφερε ἐπάνω του τήν σφραγίδα ἑνός τύπου θλίψης, διότι οἱ κανονισμοί τοῦ ἀφανισμοῦ ἦταν διαφορετικοί.
Ἡ ὁμάδα ἀσθενῶν ἀπό τό Πιτέστι – στήν ὁποία ἦταν καί ὁ Βαλέριος Γκαφένκου–στάλθηκε ἀρχικά στό θεραπευτήριο-δεσμωτήριο Βακαρέστι, τόν Δεκέμβριο 1949.
Ἦταν μιά ἄσχημη βαρυχειμωνιά. Στό Βακαρέστι στεγάστηκαν ἀπό ἕναν ἑβραῖο ἰατρό σ᾿ ἕνά δωμάτιο μέ σαπισμένα παράθυρα.
Δέν τούς προσφέρθηκε  καμμιά θεραπεία. Ἡ μοναδική τους νοσηλεία ἦταν μιά ἀκτινογραφία, διά τῆς ὁποίας διέγνωσαν τήν πάθησί τους. Ἐκεῖ γιόρτασαν τά Χριστούγεννα. Ἀπό τό Βακαρέστι ἀποφασίστηκε οἱ ἀσθενεῖς νά σταλοῦν στό θεραπευτήριο-δεσμωτήριο τῆς πόλεως Τίργου Ὄκνα γιά φθισικούς.
Καί πράγματι ἐκεῖ ἔφτασαν ἀρχές τοῦ 1950.
Για κάποιον πού εἶχε βγεῖ ἀπό τήν κόλαση τοῦ Πιτέστι, τό Τίργου Ὄκνα φαινόταν σάν οὐράνια εὐλογία. Σέ κάθε δωμάτιο ὑπῆρχαν 10 κρεββάτια, χωρίς νά εἶναι στοιβαγμένα. Τά παράθυρα ἦταν ἀνοιχτά. Μικρά παράθυρα ὑπῆρχαν ἀκόμη καί στίς πόρτες, πού διακρίνοντο ἀπό τήν κλασική καί βαρβαρική πόρτα τοῦ κρατητηρίου.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι αὐτές οἱ πόρτες κλείνονταν μόνο ἀπ᾿ ἔξω, δηλαδή ἀπό τούς δεσμοφύλακες, ἀλλά κάθε ἡμέρα ἦταν ἀνοιχτές καί ἐπιτρεπόταν νά βγεῖς ἔξω νά πάρεις ἀέρα. Ὑπῆρχε  μιά αἴσθηση ἐλευθερίας γιατί μποροῦσες νά περπατᾶς μόνος σου ἔξω καί νά πατᾶς τό χορτάρι. Ἐπιτρέπονταν οἱ συζητήσεις μεταξύ τῶν κρατουμένων τήν ὥρα τῆς βόλτας  στούς δύο περιμανδρωμένους χώρους τῆς αὐλῆς τοῦ δεσμωτηρίου.
Σ᾿ αὐτούς τούς χώρους ὑπῆρχαν, χωρίς ἀμφιβολία καί μερικά θαύματα, τά ὁποῖα μόνο οἱ ψυχές πού τά ἐπιθυμοῦσαν καί δέν μποροῦσαν νά τά ἰδοῦν, μποροῦσαν νά τά ἀξιολογήσουν. Κι αὐτά ἦταν τά λουλούδια. Εἶναι λίγοι οἱ ἄνθρωποι στόν κόσμο πού ἔμειναν κατάπληκτοι, ἐκστατικοί καί πλημμυρισμένοι ἀπό τήν ὀμορφιά ἑνός λουλουδιοῦ, τό  ὁποῖον θεωροῦσαν θαῦμα τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, ἕνα μυστήριο, μιά πόρτα τοῦ παραδείσου. Λαχτάρισα καί ἔκλαψα ὅταν εἶδα τά πρῶτα λουλούδια, ὅταν βγῆκα ἀπό τήν κόλαση τῆς “ἀναμόρφωσης” τοῦ Πιτέστι.
Ἐν τούτοις κι ἐδῶ, ὁ κανονισμός τῆς ζωῆς στό δεσμωτήριο ἦταν αὐστηρός καί στό Τίργου Ὄκνα. Τό πρόγραμμα χειροτέρεψε μετά τήν ἀποφυλάκιση τῶν κομμουνιστῶν κρατουμένων, τόν Αὔγουστο τοῦ 1944. Οἱ λίγοι κομμουνιστές πού ἦταν ἐδῶ ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 1940 δέν εἶχαν ἕνα αὐστηρό κανονισμό φυλάκισης. Ἦταν ἐλεύθεροι στήν αὐλή, εἶχαν προσωπικά ἐργαστήρια, μποροῦσαν νά πουλήσουν τά προϊόντα τους στήν Χώρα, πληρώνοντας μόνο ἕνα μικρό παράβολο γιά τήν διατήρηση τοῦ δεσμωτηρίου.
Εἶχαν βιβλία, περιοδικά καί ἐφημερίδες. Δύο φορές τήν ἑβδομάδα μιλοῦσαν μέ τίς οἰκογένειές τους καί τούς φίλους τους, πού τούς τροφοδοτοῦσαν ὅ,τι χρειάζονταν. Εἶχαν χρήματα καί μποροῦσαν νά ἀγοράσουν ὅ,τι ἤθελαν. Οἱ Ἀρχές ἐφρόντιζαν γιά τήν ζωή τους. Ἡ συνείδησή τους δέν εἶχε πληγωθεῖ καθόλου. Ἀπαντοῦσαν μέ σφοδρότητα στό Κράτος σέ κάτι πού δέν συμφωνοῦσαν ἤ ἔκαναν ἀπεργίες ἄν ἀντιμετώπιζαν κάποιο ζωτικό πρόβλημα.
Τώρα, ὅμως, ἡ κατάσταση ἦταν διαφορετική. Ὅλοι οἱ κρατούμενοι ἦταν ἀντικομμουνιστές καί ἑπομένως τό Καθεστώς ἔπρεπε νά ἔχει τήν ἀνάλογη συμπεριφορά. Δέν εἴχαμε ἐπαφές μέ τόν κόσμο ἤ μέ τίς οἰκογένειές μας. Δέν εἴχαμε δικαίωμα οὔτε γιά βιβλία, οὔτε γιά γράψιμο, οὔτε γιά ἐφημερίδες.
Εἴμασταν ἐξ ὁλοκλήρου ἀπομονωμένοι ἀπό τόν κόσμο.
Τό φαγητό προσφερόταν μόνο ἀπό τό καζάνι, ἀλλά ἦταν πιό θρεπτικό καί ἀρκετό. Ἐπειδή οἱ σοβαρά ἄρρωστοι δέν μποροῦσαν νά φᾶνε ὅλο τό μερἴδιο, οἱ ἄλλοι, οἱ λιγώτερο ἄρρωστοι, εἶχαν καί περίσσευμα. Ἐδῶ εἴχαμε ἔλθει ὅλοι ἀτροφικοί, σκελετωμένοι καί φοβισμένοι ἀπό τό φάσμα τῆς πείνας καί στούς πρώτους μῆνες καταναλώναμε ποσότητες ἄνω τῶν 20 κιλῶν φαγητοῦ τήν ἡμέρα. Λόγῳ αὐτοῦ τοῦ ὑπερσιτισμοῦ – παρόλο πού ἦταν μόνο φασόλια, πατάτες, πλιγοῦρι καί λάχανο, λίγο κρέας, λίγο γάλα καί μισό κιλό ψωμί τήν ἡμέρα – ὑπῆρχαν ἄνθρωποι πού ἐπῆραν βάρος ἀπό 10 μέχρι καί 18 κιλά τόν μῆνα.
Οἱ κρατούμενοι ἔτρωγαν μέ λαιμαργία ἡμέρα καί νύχτα, λόγῳ τοῦ φόβου ἐνδεχόμενης πείνας. Ἔτρωγαν ἀπό ψυχολογική πείνα, διότι παρόλο πού ἦταν γεμᾶτα τά στομάχια τους, συνέχιζαν νά τρώγουν. Τό φάσμα τῆς πείνας ἐξαφανίστηκε μόνο μετά ἀπό ἕνα χρόνο πλούσιας ποσότητας φαγητοῦ καί βεβαιότητας ὅτι, τουλάχιστον, ὅσο καιρό θά παραμένουμε ἐδῶ, δέν θά πεινάσουμε ξανά.
Ὁ ὕπνος ἦταν μιά ἄλλη ἀγαλλίαση, ἰδιαίτερα σ᾿ ἐκείνους πού ἔρχονταν ἀπό τό Κανάλι τοῦ Δούναβη, ὅπου ἐργάζονταν 20 ὧρες ἕως 24, μέχρι νά ξεθεωθοῦν. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι κοιμόνταν  στούς πρώτους μῆνες σχεδόν συνεχῶς, ὥστε καί ὅταν τούς ξυπνοῦσαν γιά τό γεῦμα, φαίνονταν σάν νά ἔτρωγαν κοιμισμένοι.
Ἡ ἰατρική περίθαλψη ἦταν σχετική, σχεδόν ἀνύπαρκτη. Μία ἰατρός καί ἕνας κομμουνιστής νοσοκόμος ἔκαναν τήν ἐπίσκεψη τῶν ἀσθενῶν, ἀλλά ἔδιναν μόνο παυσίπονα, ἀσπιρίνες, τονικό κρασί καί κάποτε βιταμίνες, τήν ἐποχή πού ἡ στρεπτομυκίνη ἔκανε θαύματα στίς πνευμονικές ἀσθένειες. Ὑπῆρχαν μεταξύ μας καί μέρικοί ἰατροί κρατούμενοι καί περισσότεροι φοιτητές της ἰατρικής σχολῆς, οἱ ὁποῖοι πρόσφεραν τήν κατάλληλη νοσηλεία.
Οἱ σοβαρά ἀσθενεῖς πού δέν μποροῦσαν πιά νά αὐτοεξυπηρετηθοῦν, ἐπήγαιναν στό δωμάτιο 4, στό ἰσόγειο. Ἐκεῖ αὐτό εἶχε τήν ὄψη λεπροκομείου, τόσο λόγῳ τῆς ἀκαθαρσίας ὅσο καί λόγω τῆς συνείδησης τῆς καταδίκης σέ θάνατο τῶν ἐνοίκων του. Ὅλοι ἐκεῖ ἦταν ἀδύνατοι, μέ μάτια βαθουλωμένα στίς κόγχες, μέ συνεχῆ βήχα μέ αἱμοπτύσεις, ἀνήμποροι νά σηκωθοῦν καί νά φᾶνε μόνοι τους.
Οἱ ἄλλοι πού δέν ἦταν τόσο ἄρρωστοι τούς βοηθοῦσαν κάθε ἡμέρα, τούς ὑπηρετοῦσαν μέ τήν σειρά, δείχνοντας πολύ ζῆλο καί ἔλεος στήν διακονία τους. Στήν ἀρχή ὑπῆρχε ἐλευθερία σ΄ αὐτό το θέμα, ἀλλά  ὕστερα ὅμως θεωρήθηκε ὅτι ἡ προστασία τῶν ἑτοιμοθανάτων εἶναι βοήθεια τῶν Λεγεωναρίων καί περιορίστηκε ἡ διακονία τους σε δύο ἄτομα τήν ἡμέρα, ἐναλλάξ καί τήν νύχτα μόνο σέ ἕνα, λόγῳ τοῦ φόβου νά μή γίνει ἐκεῖ μύηση γιά ἀντίδραση καί ἐξαπολυθεῖ κατόπιν ἀπόφασις γιά ἀντεπανάσταση.

28 Ἰουλίου 2013
 ________________________________________________
 Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας  Ρουμάνοι Μάρτυρες του 20ου αιώνα
 
 
http://anavaseis.blogspot.gr/2013/07/20_28.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου