Ἱεραποστολή.Μέρος Γ'
Μόλις ἔφτασε τήν κεντρική Ρωσία ἡ εἴδηση γιά τή μερική ἐξερεύνηση τῆς Καμτσάτκας καί τήν προσάρτησή της στό ρωσικό κράτος, ἡ κυβέρνηση ἄρχισε νά ἐξορίζει ἐκεῖ τούς πολιτικούς καταδίκους, τούς ἐγκληματίες καί τούς κληρικούς, πού εἶχαν πέσει σέ διάφορα παραπτώματα.
Καί ἄλλους μέν τούς ἔστελναν ἐκεῖ χωρίς συγκεκριμένη προοπτική καί τούς ἄφηναν στήν τύχη τους μέσα στήν ἄγνωστη χώρα, ἄλλους ὅμως τούς ἐπιφόρτιζαν μέ καθήκοντα κρατικῶν ἀντιπροσώπων, φοροεισπρακτόρων ἤ ἐξερευνητῶν τῶν νέων περιοχῶν. Ὁ πλοῦτος ἐξάλλου, τῆς Καμτσάτκας σέ πολύτιμα γουναρικά καί δέρματα τράβηξε πολλούς ἁρπακτικούς τυχοδιῶκτες καί κυνηγούς τοῦς εὔκολου πλουτισμοῦ.
Θύματα ὅλων αὐτῶν ἦταν ὄχι μόνο οἱ ντόπιοι κάτοικοι, ἀλλά καί ὁ πρῶτος ἱεραπόστολος τῆς Καμτσάτκας, ὁ ἀρχιμ. Μαρτινιανός, ἀπό τό Καζάν. Εἶχε ἔρθει ἐδῶ τό 1705 καί ἐργάστηκε μέ ζῆλο καί αὐτοθυσία γιά τόν εὐαγγελισμό τῶν εἰδωλολατρῶν. Σάν ἀληθινός πνευματικός πατέρας, συντάχθηκε μέ τό ποίμνιό του, πού δικαιολογημένα ξεσηκώθηκε τό 1718 ἐναντίον τῶν ξένων ἐκμεταλευτῶν. Τελικά βρῆκε μαρτυρικό θάνατο ἀπό τά χέρια τῶν ληστῶν, πού τόν ἔπνιξαν στόν ποταμό Καμτσάτκα, ἀφοῦ πρῶτα τόν βασάνισαν.
Τό ἔργο τοῦ ἀρχιμ. Μαρτινιανοῦ συνέχεισε ὁ Ἰβάν Κοζιρέφσκυ, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἐξερεύνησε καί ἐνσωμάτωσε στό ρωσικό κράτος τά νησιά Κουρίλες, Λοπάτκα, Σούμσου καί Παραμουσίρ, ἀποφάσισε ν’ ἀφιερώσει τή ζωή του στή διακονία τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πλησίον. Ἔγινε λοιπόν μοναχός τό 1711, μέ τό ὄνομα Ἰγνάτιος, καί ἵδρυσε τό πρῶτο μοναστήρι στήν Καμτσάτκα, στίς ὄχθες τοῦ ποταμίσκου Νικόλσκα, κοντά στό ἡφαίστειο Κλιουτσέφσκυ. Ἀπό τότε ἐπιδόθηκε μέ αὐταπάρνηση στό ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς ἀνακουφίσεως τῶν κατοίκων τῆς χερσονήσου.
Δίπλα στό μοναστήρι ὁ π. Ἰγνάτιος ἔχτισε ἄσυλο γιά τούς ἀνάπηρους καί ὑπέργηρους καμτσαντάλους καί ὀργάνωσε ἐργαστήρια ξυλουργικά, κατασκευῆς πλοιαρίων, κ.ἄ. Ἐπιδόθηκε ἀκόμα καί στήν καλλιέργεια τῆς γῆς, παλεύοντας μέ τίς δύσκολες συνθῆκες τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Μέ τή φιλοπονία καί τήν ἀγάπη του τράβηξε κοντά του πολλούς καμτσαντάλους καί τούς δίδαξε πῶς νά καλλιεργοῦν κηπευτικά, δημητριακά καί ἄλλα προϊόντα τῆς γῆς.
Τό μοναστήρι ἐκεῖνο ἔζησε δεκαοχτώ μόνο χρόνια. Τό 1732 ὁ π. Ἰγνάτιος, ἤδη ἱερομόναχος, κλήθηκε στή Μόσχα. Μέ ἀπόφαση τῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ κράτους καί γιά ἄγνωστους μέχρι σήμερα λόγους, τοῦ ἀφαιρέθηκε ἡ ἱερωσύνη. Λέγεται πῶς ὑπῆρξε θύμα τοῦ μίσους κάπου ἀνθρώπου τῆς κυβερνήσεως.
Τόν ἴδιο χρόνο τό μοναστήρι, στερημένο ἀπό τήν παρουσία τοῦ δημιουργοῦ του, λεηλατήθηκε καί κάηκε στή διάρκεια μιᾶς ἐξεγέρσεως τῶν καμτσαντάλων.
Μετά τήν ἀπομάκρυνση τοῦ π. Ἰγναντίου Κοζιρέφσκυ, ὁ καμτσατικός ἀμπελώνας τοῦ Κυρίου, ἔμεινε ἀκαλλιέργητος μέχρι τό 1743. Τή χρονιά ἐκείνη ἄρχισε νά δραστηριοποιεῖται ἡ «Καμτσατκική Πνευματική Ἀποστολή», μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἀρχιμ. Ἰωάσαφ Χοτουντσέφσκυ, μετέπειτα ἐπίσκοπο Κεκσγόλμσκ. Οἱ καρποί αὐτῆς τῆς ἱεραποστολῆς ἦταν ἐκπληκτικοί. Μέσα σέ δεκαοχτώ χρόνια τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ τῆς κυρίως χερσονήσου τῆς Καμτσάτκας εἶχαν δεχθεῖ τό ἅγιο βάπτισμα. Μόνο λίγοι νομάδες τουγγοῦσοι δέν βαπτίστηκαν. Χτίστηκαν ἀρκετές ἐκκλησίες καί τέσσερα σχολεῖα, ὅπου φοιτοῦσαν πάνω ἀπό διακόσια παιδιά -ἀριθμός πολύ μεγάλος, ἰδιαίτερα ἐκείνη τήν ἐποχή, πού ὁ συνολικός πληθυσμός ἦταν 6.500 κάτοικοι.
Ἀλλά τό 1761 ἡ ἀποστολή ἐκείνη διέκοψε τό ἔργο της καί ἡ ἱεραποστολική δραστηριότητα στήν Καμτσάτκα μειώθηκε πολύ. Παρέμειναν μόνο μερικοί μεμονωμένοι ἱεραπόστολοι, πού ἐκτελοῦσαν καί χρέη ἐφημερίων στίς ἐνορίες τῆς ἀπέραντης ἔρημης χώρας.
Ἀπό τό 1840 ὥς τό 1850 διακόνησε τό λαό τῆς Καμτσάτκας, ὡς πρῶτος ἐπίσκοπός της, ὁ μεγαλόπνοος ἱεραπόστολος Ἰννοκέντιος Βενιαμίνωφ11. Ὁ Ἰννοκέντιος ἦταν ἕνας ἀνεπανάληπτος ποιμένας τοῦ λογικοῦ ποιμνίου, πού ἡ θεία πρόνοια τοῦ ἀνέθεσε. Ἔδειχνε πολλή ἀγάπη καί στοργή σέ ὅλους. Ἐνδιαφερόταν τόσο γιά τίς πνευματικές ὅσο καί γιά τίς ὑλικές ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Ἔκανε ἀλλεπάλληλες περιοδεῖες στήν ἀχανή ἐπαρχία του καί ἐρχόταν σέ προσωπική ἐπαφή καί γνωριμία μέ τούς κατοίκους της. Ἔδωσε μεγάλη ὤθηση στό ἱεραποστολικό ἔργο. Ἄναψε τή λαμπάδα τῆς Ὀρθοδοξίας σέ πολυάριθμες φυλές: ἀλεούτιους, κολουσκανούς, τσούκτσους, κοριάκους, τουγγούσους, γιακούτους, γιλιάκους, λαμούτους, καμτσαντάλους. Θεμελίωσε γερά τήν ὀρθόδοξη πίστη στή βόρεια Ἀμερική καί Ἀλάσκα. Ἐκεῖ ἔδρασε κυρίως, μέ βάση τήν πόλη Σίχτε. Ἄν καί ἡ πληθωρική δραστηριότητά του λίγο μόνο ἄγγιξε τήν Καμτσάτκα, ἔφερε ἀποτελέσματα, πού τά ἴχνη τους διακρίνονται μέχρι σήμερα.
Μετά τόν Ἰννοκέντιο ἡ ἐκκλησιαστική διοίκηση τῆς Καμτσάτκας ἀνατέθηκε διαδοχικά σέ ἱεράρχες διαφόρων ἐπαρχιῶν τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς: Τομπόλσκ, Ἰρκούτσκ, Ἀλάσκας, Γιακούτσκ, Μπλαγοβεστσένσκ καί, τέλος, Βλαντιβοστόκ, ὥς τό 1916, ὁπότε ἱδρύθηκε αὐτοτελής ἐπισκοπή καί ἀνατέθηκε στήν ἀναξιότητά μου ἡ διοίκησή της καί ἡ διαποίμανση τοῦ λαοῦ της.
Μητροπολίτου Κυροβογκράντ καί Νικολάεφ Νέστορος
Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα
Ἀπόδοση ἀπό τά ρωσικά
Ἔκδοση Τρίτη
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Ἀττικῆς 2001
σελ.79-93
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα
http://anavaseis.blogspot.gr/2013/03/blog-post_5097.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου